ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΚΑ ΝΕΑ
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ
ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΝΕΑ
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ Ν.Υ. ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ
 
ή δοκιμάστε την προηγμένη αναζήτηση 

Αναλυτική Αναζήτηση
Χρησιμοποιήστε την αναλυτική αναζήτηση με φίλτρα για καλύτερα στοχευμένα αποτελέσματα
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΚΑ ΝΕΑ
ΣτΕ 1955/2023
Αριθμός Απόφασης : 1955
'Ετος : 2023
Δικαστήριο : Συμβούλιο της Επικρατείας


Αριθμός 1955/2023
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Γ΄



Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 6 Απριλίου 2023, με την εξής σύνθεση: Γεώργιος Τσιμέκας, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Γ΄ Τμήματος, Αναστασία-Μαρία Παπαδημητρίου, Δημήτριος Εμμανουηλίδης, Σταυρούλα Κτιστάκη, Αικατερίνη Ρωξάνα, Σύμβουλοι, Βασίλειος Γκέρτσος, Ανδρέας Χρυσικόπουλος, Πάρεδροι. Γραμματέας η Κωνσταντίνα Γκιώκα, Γραμματέας του Γ΄ Τμήματος.

Για να δικάσει την από 19 Σεπτεμβρίου 2022 αίτηση:

του *** του ***, κατοίκου ***, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο *** (Α.Μ. ***), που τον διόρισε με πληρεξούσιο και στο ακροατήριο,

κατά των: 1. Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθηνών, η οποία δεν παρέστη, 2. Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, ο οποίος παρέστη με την ***, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και 3. Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με την ***, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς της.

Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει να ακυρωθούν: 1. η από 12.9.2022 ανακοίνωση της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας (Α.Ε.Α.) Αθηνών, 2. η απόρριψη της υπ’ αριθμ. Φ9/688/12.9.2022 αίτησής του από την Α.Ε.Α. Αθηνών, 3. η από 13.9.2022 ανακοίνωση της Α.Ε.Α. Αθηνών, 4. η απόρριψη της υπ’ αριθμ. Φ1Α/694/15.9.2022 αίτησής του από την Α.Ε.Α. Αθηνών, 5. η παράλειψη έκδοσης προεδρικού διατάγματος και απόφασης του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Παρέδρου Βασίλειου Γκέρτσου.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του αιτούντος, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και την αντιπρόσωπο του Υπουργού που εμφανίσθηκε, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου  κ α ι
 

Α φ ο ύ  μ ε λ έ τ η σ ε  τ α  σ χ ε τ ι κ ά  έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε  κ α τ ά  τ ο ν  Ν ό μ ο


1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (ηλεκτρονικό παράβολο με κωδικό πληρωμής 53324837695303200016/2022).

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση: α) της από 12.9.2022 ανακοίνωσης της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθηνών (εφεξής “Α.Ε.Α. Αθηνών”) περί διενέργειας εξετάσεων περιόδου Σεπτεμβρίου έτους 2022 φοιτητών που προέρχονται από την Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Θεσσαλονίκης (εφεξής “Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης”), β) της απόρριψης της από 12.9.2022 (με αρ. πρωτ. Φ9/688/12.9.2022) αίτησης του αιτούντος προς την Α.Ε.Α. Αθηνών για τη χορήγηση εγγράφων και αποφάσεων, βάσει των οποίων εξεδόθη η υπό στοιχ. α´ προσβαλλόμενη πράξη, γ) της από 13.9.2022 ανακοίνωσης της Α.Ε.Α. Αθηνών περί διενέργειας εξετάσεων περιόδου Σεπτεμβρίου έτους 2022 φοιτητών που προέρχονται από την Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης, δ) της απόρριψης της από 14.9.2022 (με αρ. πρωτ. Φ1Α/694/15.9.2022) αίτησης του αιτούντος προς την Α.Ε.Α. Αθηνών για τη χορήγηση εγγράφων και αποφάσεων, βάσει των οποίων εξεδόθη η υπό στοιχ. γ´ προσβαλλόμενη πράξη, ε) της παράλειψης έκδοσης προεδρικού διατάγματος και απόφασης του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων για τη ρύθμιση των θεμάτων που προβλέπονται στο άρθρο 241 παρ. 1 περ. β΄ του ν. 4823/2021 (Α΄ 136).

3. Επειδή, η εκδίκαση της κρινόμενης αίτησης, καθ’ ο μέρος στρέφεται κατά της παράλειψης έκδοσης των προβλεπομένων στο άρθρο 241 παρ. 1 περ. β΄ του ν. 4823/2021 κανονιστικών πράξεων, ανήκει στην ακυρωτική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας και μάλιστα στο Γ΄ Τμήμα αυτού σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 1 περ. α΄ της απόφασης 8/2019 του Συμβουλίου της Επικρατείας σε Ολομέλεια και συμβούλιο, (Β’ 2933), ως αφορώσα διαφορά προκύπτουσα από την εφαρμογή της νομοθεσίας για την οργάνωση και λειτουργία ιδρύματος ανώτατης εκπαίδευσης (βλ. κατωτέρω σκ. 18). Καθ’ ο μέρος προσβάλλονται οι υπό στοιχ. α´ έως γ´ πράξεις της Α.Ε.Α. Αθηνών, αρμόδιο, κατ’ αρχήν, για την εκδίκαση της αιτήσεως είναι, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 περ. δ´ του ν. 702/1977 (Α´ 268) σε συνδυασμό με το άρθρο 3 παρ. 1 του νόμου αυτού και το άρθρο μόνον παρ. Β΄ περ. 1 και παρ. Α΄ περ. 1 του π.δ. 404/1978 (Α΄ 83), το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (“εφαρμογή της εκπαιδευτικής νομοθεσίας για τους μαθητές, σπουδαστές, φοιτητές, υποτρόφους και μετεκπαιδευομένους”). Το Δικαστήριο, ωστόσο, κρίνει ότι, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 34 παρ. 1 του ν. 1968/1991 (Α΄ 150), συντρέχει, εν προκειμένω, νόμιμος λόγος, συνιστάμενος στη σπουδαιότητα των τιθέμενων προς επίλυση με την κρινόμενη αίτηση ζητημάτων, που αφορούν στη συνταγματικότητα του άρθρου 241 του ν. 4823/2021, σχετικά με την παύση λειτουργίας της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης, να κρατήσει και να δικάσει την υπόθεση (ΣτΕ 2770-2775/2020 Ολομ.).

4. Επειδή, στον ν. 4823/2021 (Α΄ 136) ορίζονται στην περ. α´ της παρ. 1 του άρθρου 241 με τίτλο “Μεταβατικές διατάξεις για τις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες - Συγχώνευση των Ανώτατων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών”, όπως διαμορφώθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 37 του εκδοθέντος μετά την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως ν. 5029/2023 (Α´ 55), τα εξής: “1. α) Από το ακαδημαϊκό έτος 2022-2023 λειτουργούν οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες (Α.Ε.Α.) Αθηνών και η Πατριαρχική Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία (Π.Α.Ε.Α.) Κρήτης. Από το ίδιο ακαδημαϊκό έτος παύει η λειτουργία των Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης και Βελλάς Ιωαννίνων και λήγει η θητεία των μελών των Ακαδημαϊκών Συμβουλίων, των Προέδρων και των Διευθυντών Σπουδών των Προγραμμάτων τους. Ομοίως, από το ίδιο ακαδημαϊκό έτος, η Α.Ε.Α. Αθηνών υπεισέρχεται αυτοδικαίως και χωρίς άλλη διατύπωση σε όλα τα ενοχικά και εμπράγματα δικαιώματα επί του συνόλου της κινητής και ακίνητης περιουσίας και σε όλες τις απαιτήσεις και υποχρεώσεις των Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης και Βελλάς Ιωαννίνων, αντίστοιχα, ως οιονεί καθολικός διάδοχός τους, χωρίς την καταβολή φόρου, τέλους ή άλλου δικαιώματος υπέρ του Δημοσίου ή των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) ή άλλων νομικών προσώπων, τηρουμένων των διατυπώσεων δημοσιότητας για τα ακίνητα. Η Α.Ε.Α. Αθηνών έχει στο εξής την αποκλειστική χρήση και διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων των Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης και Βελλάς Ιωαννίνων. Το ταμειακό υπόλοιπο των προηγουμένων ετών (αποθεματικό) των Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης και Βελλάς Ιωαννίνων περιέρχεται στην Α.Ε.Α. Αθηνών, ως αποθεματικό. Τα ταμειακά διαθέσιμα του έτους 2022 περιέρχονται στην Α.Ε.Α. Αθηνών ως ταμειακά διαθέσιμα. Οι εκκρεμείς δίκες, στις οποίες διάδικα μέρη είναι οι Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης και Βελλάς Ιωαννίνων, συνεχίζονται αυτοδικαίως από την Α.Ε.Α. Αθηνών, χωρίς να επέρχεται βίαιη διακοπή και χωρίς να απαιτείται ειδική διαδικαστική πράξη για τη συνέχισή τους. Δικαστικές αποφάσεις που εκδίδονται για τις Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης και Βελλάς Ιωαννίνων ισχύουν έναντι της Α.Ε.Α. Αθηνών”. Περαιτέρω, στις περ. β´ και γ΄ της παρ. 1 του ως άνω άρθρου ορίζονται τα εξής: “β) Από το ακαδημαϊκό έτος 2022-2023 τα Προγράμματα Ιερατικών Σπουδών των Α.Ε.Α Βελλάς Ιωαννίνων και Θεσσαλονίκης μεταφέρονται και συγχωνεύονται με το αντίστοιχο Πρόγραμμα της Α.Ε.Α. Αθηνών, στο οποίο λειτουργούν εφεξής. Μετά τη μεταφορά και συγχώνευσή τους, όργανα διοίκησης του ενιαίου Προγράμματος Ιερατικών Σπουδών είναι τα όργανα διοίκησης της Α.Ε.Α. Αθηνών. Με προεδρικά διατάγματα, τα οποία εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών, μετά από γνώμη του Ανωτάτου Επιστημονικού Συμβουλίου (Α.Ε.Σ.), ρυθμίζονται τα ειδικά θέματα που ανακύπτουν από τη μεταφορά και συγχώνευση του Προγράμματος Ιερατικών Σπουδών, την κατάργηση, συγχώνευση, μεταφορά, κατανομή, ανακατανομή των θέσεων του τακτικού προσωπικού. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, η οποία εκδίδεται μετά από γνώμη του Α.Ε.Σ., ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα σχετικά με τη φοίτηση των εγγεγραμμένων φοιτητών, τα υπολειπόμενα εξάμηνα φοίτησης, την κατοχύρωση της βαθμολογίας, τη στέγαση και σίτιση των φοιτητών και κάθε άλλο συναφές ζήτημα, εκτός από την ανώτατη διάρκεια φοίτησης, για την οποία εφαρμόζεται η παρ. 3. γ) Από το ακαδημαϊκό έτος 2022-2023 το Πρόγραμμα Σπουδών Διαχείρισης Εκκλησιαστικών Κειμηλίων της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης μεταφέρεται και συγχωνεύεται με το αντίστοιχο Πρόγραμμα της Α.Ε.Α. Αθηνών, στο οποίο λειτουργεί εφεξής. Από το ίδιο ακαδημαϊκό έτος το Πρόγραμμα Σπουδών Εκκλησιαστικής Μουσικής και Ψαλτικής της Α.Ε.Α. Βελλάς Ιωαννίνων μεταφέρεται και συγχωνεύεται με το αντίστοιχο Πρόγραμμα της Π.Α.Ε.Α. Κρήτης, στο οποίο λειτουργεί εφεξής...”. Ακολούθως, στις λοιπές παραγράφους του ιδίου ως άνω άρθρου ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: “2. Τα προεδρικά διατάγματα και οι υπουργικές αποφάσεις των περ. β΄ και γ΄ της παρ. 1 εκδίδονται εντός οκτώ (8) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. 3. … 4. Με την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων με την οποία συγκροτείται το Α.Ε.Σ., σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 6 του ν. 3432/2006, όπως οι παράγραφοι αυτοί αντικαθίστανται με την παρ. 5 του άρθρου 166 του παρόντος, λήγει η θητεία των μελών του Α.Ε.Σ. με την επταμελή σύνθεσή του, το οποίο συγκροτήθηκε με την υπό στοιχεία 134768/Ζ1/2019 (Υ.Ο.Δ.Δ. …...) απόφαση της Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων. Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου εκδίδεται εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. 5. ... 8. Με απόφαση του Α.Ε.Σ., η οποία εκδίδεται μετά από γνώμη των Ακαδημαϊκών Συμβουλίων των Α.Ε.Α. Αθηνών και Π.Α.Ε.Α. Κρήτης, αποκλειστικά οι φοιτητές που είναι εγγεγραμμένοι στα προγράμματα σπουδών των Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης και Βελλάς Ιωαννίνων, τα οποία μεταφέρονται και συγχωνεύονται σύμφωνα με τις περ. β΄ και γ΄ της παρ. 1, έχουν τη δυνατότητα κατά την έναρξη του ακαδημαϊκού έτους 2022 2023 να παρακολουθούν όλα τα θεωρητικά μαθήματα και τα πρακτικά μαθήματα φωνητικής μέσω εξ αποστάσεως εκπαίδευσης (διαδικτυακής τηλεκπαίδευσης). 9. …”.

5. Επειδή, η πρώτη προσβαλλόμενη από 12.9.2022 ανακοίνωση με τίτλο “Πρόγραμμα εξετάσεων Σεπτεμβρίου πρώην ΑΕΑΘ – Οδηγίες” έχει εκδοθεί κατόπιν του πρακτικού 42/27.5.2022 του Ακαδημαϊκού Συμβουλίου της Α.Ε.Α. Αθηνών, με το οποίο αποφασίσθηκε ότι “… οι εξετάσεις των φοιτητών από ΑΕΑΘ … θα πραγματοποιηθούν το τρίτο δεκαήμερο μηνός Σεπτεμβρίου 2022 …” και ότι “… θα καταβληθεί προσπάθεια … να εξευρεθεί χώρος διαμονής και σίτισης φοιτητών και φοιτητριών από ΑΕΑΘ … κατά το διάστημα των εξετάσεων …”. Η δε τρίτη προσβαλλόμενη από 13.9.2022 ανακοίνωση με τίτλο “Εξετάσεις Σεπτεμβρίου 2022 φοιτητών από Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης και Βελλάς Ιωαννίνων” έχει εκδοθεί κατόπιν του πρακτικού 46/12.9.2022 του Ακαδημαϊκού Συμβουλίου της Α.Ε.Α. Αθηνών, με το οποίο αποφασίσθηκε “… να διεξαχθούν εξ αποστάσεως με διαδικτυακά μέσα οι εξετάσεις περιόδου Σεπτεμβρίου 2022 των φοιτητών από ΑΕΑΘ … ώστε να μην ταλαιπωρηθούν οι φοιτητές με μετακίνησή τους στην Αθήνα. … Η απόφαση θα αναρτηθεί στην ιστοσελίδα της σχολής και θα κληθούν οι φοιτητές, για να έχουν δικαίωμα να εξετασθούν, να δηλώσουν στη Γραμματεία έως 16 Σεπτεμβρίου σε ποια ακριβώς μαθήματα δικαιούνται και επιθυμούν να εξετασθούν, ώστε να καταρτισθεί το πρόγραμμα εξετάσεως. Οι εξετάσεις θα διεξαχθούν από 26 Σεπτεμβρίου έως 4 Οκτωβρίου 2022”. Ενόψει των ανωτέρω, η πρώτη και η τρίτη των προσβαλλομένων πράξεων, ως εκ του περιεχομένου τους (ανακοινώσεις), στερούνται εκτελεστότητας και προσβάλλονται απαραδέκτως. Πρέπει δε να θεωρηθούν, καθ’ ερμηνεία του δικογράφου της κρινόμενης αιτήσεως, ως προσβαλλόμενες πράξεις τα πρακτικά 42/27.5.2022 και 46/12.9.2022 του Ακαδημαϊκού Συμβουλίου της Α.Ε.Α. Αθηνών, βάσει των οποίων εκδόθηκαν οι ανακοινώσεις αυτές.

6. Επειδή, ο αιτών, φοιτητής του προγράμματος ιερατικών σπουδών της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης, το οποίο μεταφέρθηκε και συγχωνεύθηκε στο αντίστοιχο πρόγραμμα που λειτουργεί στην Α.Ε.Α. Αθηνών από το ακαδημαϊκό έτος 2022-2023, σύμφωνα με την προεκτεθείσα διάταξη του άρθρου 241 παρ. 1 περ. β΄ του ν. 4823/2021, υπέβαλε προς την Α.Ε.Α. Αθηνών αιτήσεις (τις Φ9/688/12.9.2022 και Φ1Α/694/15.9.2022) προκειμένου να του κοινοποιηθούν οι ως άνω προσβαλλόμενες πράξεις (πρακτικά), βάσει των οποίων είχαν εκδοθεί οι ανακοινώσεις για τη διενέργεια της εξεταστικής περιόδου Σεπτεμβρίου έτους 2022 για τους φοιτητές της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης. Από τις απαντήσεις που έλαβε (βλ. τα Φ9/758/29.9.2022 και Φ9/829/17.10.2022 έγγραφα του Προέδρου του Ακαδημαϊκού Συμβουλίου της Α.Ε.Α. Αθηνών) δεν προκύπτει αν οι πράξεις αυτές του κοινοποιήθηκαν. Εφόσον όμως, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του αιτούντος έλαβε, κατόπιν αιτήσεώς του, αντίγραφα των πράξεων αυτών από τον φάκελο δικογραφίας που απέστειλε η διοίκηση προς το Δικαστήριο (βλ. σχετ. την από 23.3.2023 βεβαίωση παραλαβής του πληρεξουσίου δικηγόρου), η δίκη πρέπει να καταργηθεί κατ’ άρθρο 32 παρ. 2 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8) κατά το μέρος που προσβάλλεται η απόρριψη από τη διοίκηση των ανωτέρω αιτήσεων που υπέβαλε ο αιτών, προκειμένου να του κοινοποιηθούν οι πράξεις αυτές (υπό στοιχ. β΄ και δ΄ προσβαλλόμενες πράξεις), λαμβανομένου υπόψη ότι δεν επικαλέσθηκε ιδιαίτερο έννομο συμφέρον για τη συνέχισή της (πρβλ. ΣτΕ 1568/2016).

7. Επειδή, κατ’ ορθή εκτίμηση του δικογράφου της κρινόμενης αιτήσεως, ο αιτών, επ’ ευκαιρία προσβολής των 42/27.5.2022 και 46/12.9.2022 πρακτικών του Ακαδημαϊκού Συμβουλίου της Α.Ε.Α. Αθηνών, αμφισβητεί, κατ’ αρχάς, τη συνταγματικότητα της προεκτεθείσας διάταξης του άρθρου 241 παρ. 1 του ν. 4823/2021, με την οποία από το ακαδημαϊκό έτος 2022-2023 παύει η λειτουργία της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης και μεταφέρεται το πρόγραμμα ιερατικών σπουδών που προσέφερε στο αντίστοιχο πρόγραμμα που λειτουργεί στην Α.Ε.Α. Αθηνών, επικουρικώς δε ζητεί την ακύρωση των πρακτικών αυτών και για τον λόγο ότι, σε κάθε περίπτωση, στερούνται νομοθετικού ερείσματος, διότι δεν έχουν εκδοθεί οι, κατ’ εξουσιοδότηση της περ. β΄ της παρ. 1 του εν λόγω άρθρου 241 του νόμου αυτού, πράξεις για τη ρύθμιση των ειδικότερων θεμάτων που προκύπτουν από τις διατάξεις του άρθρου αυτού (ήτοι, αφενός προεδρικό διάταγμα για τα ειδικά θέματα που ανακύπτουν από τη μεταφορά και συγχώνευση του Προγράμματος Ιερατικών Σπουδών, την κατάργηση, συγχώνευση, μεταφορά, κατανομή, ανακατανομή των θέσεων του τακτικού προσωπικού και, αφετέρου, απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων για τα ειδικότερα θέματα σχετικά με τη φοίτηση των εγγεγραμμένων φοιτητών, τα υπολειπόμενα εξάμηνα φοίτησης, την κατοχύρωση της βαθμολογίας, τη στέγαση και σίτιση των φοιτητών και κάθε άλλο συναφές ζήτημα, εκτός από την ανώτατη διάρκεια φοίτησης). Τέλος, ζητεί την ακύρωση της παράλειψης του κανονιστικού νομοθέτη να εκδώσει τις πράξεις αυτές (προεδρικό διάταγμα και υπουργική απόφαση), η έκδοση των οποίων προβλέπεται στην περ. β΄ της παρ. 1 του εν λόγω άρθρου 241, εντός της οριζόμενης από την παρ. 3 του άρθρου αυτού προθεσμίας.

8. Επειδή, υπό τα δεδομένα αυτά, με πρόδηλο έννομο συμφέρον ασκείται η κρινόμενη αίτηση από τον αιτούντα, ο οποίος, ως φοιτητής του συγχωνευόμενου και μεταφερόμενου προγράμματος ιερατικών σπουδών της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης στην Α.Ε.Α. Αθηνών, από το ακαδημαϊκό έτος 2022-2023, θίγεται άμεσα και προσωπικά από τις ρυθμίσεις του προεκτεθέντος άρθρου 241 του ν. 4823/2021, δεδομένου ότι εξαναγκάζεται να συνεχίσει τη φοίτησή του στην Α.Ε.Α. Αθηνών· λόγω δε της βλάβης αυτής, το γεγονός ότι αρνήθηκε να συμμετάσχει στην εξεταστική περίοδο Σεπτεμβρίου έτους 2022, δεν του στερεί το έννομο συμφέρον άσκησης της κρινόμενης αίτησης, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου προβαλλομένων με τις απόψεις της Διοίκησης. Αβασίμως, επίσης, προβάλλεται με τις απόψεις αυτές ότι ο αιτών στερείται του δικαιώματος να αμφισβητήσει τη συνταγματικότητα των διατάξεων του άρθρου 241 του ν. 4823/2021, για τον λόγο ότι κατά τον χρόνο που συμμετείχε στις κατατακτήριες εξετάσεις για την εισαγωγή του στην Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης (Δεκέμβριος 2021), είχε ήδη δημοσιευθεί ο ν. 4823/2021 (3.8.2021) και, ως εκ τούτου, τελούσε σε γνώση ότι κατά το επόμενο ακαδημαϊκό έτος 2022-2023 θα έπαυε η λειτουργία της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης και το πρόγραμμα ιερατικών σπουδών αυτής θα μεταφερόταν και θα συγχωνευόταν με το αντίστοιχο πρόγραμμα της Α.Ε.Α. Αθηνών. Και τούτο διότι, από την παραπάνω συμπεριφορά του αιτούντος δεν μπορεί να συναχθεί ότι αυτός απώλεσε τη δυνατότητα να επικαλεσθεί την αντίθεση της ανωτέρω διάταξης νόμου, στο ρυθμιστικό πεδίο της οποίας ευθέως υπάγεται, προς υπερκείμενους κανόνες δικαίου και ιδιαιτέρως προς συνταγματικές διατάξεις (πρβλ. ΣτΕ 1483/2019 επτ., 900/2003 επτ.). Αντίθετη εκδοχή θα είχε ως συνέπεια τη συρρίκνωση του συνταγματικού δικαιώματος παροχής έννομης προστασίας επί του θεμελιώδους για την επίλυση της διαφοράς νομικού ζητήματος της συνταγματικότητας διάταξης τυπικού νόμου, επί του οποίου, εξ άλλου, τα δικαστήρια οφείλουν, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 20 παρ. 1, 87 παρ. 2 και 93 παρ. 4 του Συντάγματος, να αποφαίνονται, σε κάθε περίπτωση, και αυτεπαγγέλτως (πρβλ. ΣτΕ 3839/2009 Ολομ.).

9. Επειδή, κατά το άρθρο 32 παρ. 2 του π.δ. 18/1989: “Καταργείται ... η δίκη αν μετά την άσκηση της αίτησης ακυρώσεως και έως την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης η προσβαλλόμενη πράξη έπαυσε για οποιονδήποτε λόγο να ισχύει, εκτός αν ο αιτών επικαλείται ιδιαίτερο έννομο συμφέρον που δικαιολογεί τη συνέχιση της δίκης”. Με το άρθρο 31 του ν. 3772/2009 (Α΄ 112) προστέθηκε παράγραφος 3 στο ως άνω άρθρο, η οποία ορίζει τα εξής: “Αν η κατά την προηγούμενη παράγραφο παύση της ισχύος της προσβαλλόμενης πράξεως οφείλεται στο ότι αυτή ήταν περιορισμένης χρονικής ισχύος και μετά τη λήξη της εκδόθηκε νεότερη πράξη ομοίου περιεχομένου ή στο ότι αυτή τροποποιήθηκε ή αντικαταστάθηκε με πράξη η οποία εξακολουθεί να είναι δυσμενής για τον αιτούντα, η δίκη δεν καταργείται αν ο αιτών προβάλει με δικόγραφο, κατατιθέμενο έξι (6) πλήρεις ημέρες πριν από την πρώτη συζήτηση της υποθέσεως, σχετικό ισχυρισμό και ζητήσει τη συνέχιση της δίκης. Με το δικόγραφο αυτό, ο αιτών μπορεί να προβάλει και νέους λόγους ακυρώσεως, στρεφόμενους κατά της νέας πράξεως ...”.

10. Επειδή, κατά την έννοια της παραγράφου 2 του ανωτέρω άρθρου, όπως έχει παγίως ερμηνευθεί (ΣτΕ Ολομ. 2403/2014, ΣτΕ 1586/2016 επτ., 4200/2015 επτ. κ.ά.), δεν επιτρέπεται, κατ’ αρχήν, η ακύρωση πράξης (κανονιστικής ή ατομικής) που δεν ισχύει κατά τον χρόνο εκδικάσεως της αιτήσεως ακυρώσεως. Κατ’ εξαίρεση, συγχωρείται η συνέχιση της δίκης, όταν ο αιτών επικαλείται και αποδεικνύει ιδιαίτερο προς τούτο έννομο συμφέρον, προκειμένου να αποτραπούν δυσμενείς για το μέλλον διοικητικής φύσεως συνέπειες, οι οποίες δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια ισχύος της πράξης και διατηρούνται και μετά τη λήξη ισχύος της, δεν είναι δε δυνατόν να αρθούν παρά μόνο με την ακύρωσή της. Περαιτέρω, με την διάταξη της παραγράφου 3 του ιδίου άρθρου, που αποσκοπεί στην εν γένει οικονομία της δίκης, θεσπίζεται ειδική περίπτωση συνέχισης της ακυρωτικής δίκης, όταν η διοικητική πράξη κατά της οποίας στρέφεται η αίτηση ακυρώσεως ήταν περιορισμένης χρονικής ισχύος και μετά τη λήξη της ισχύος της εκδόθηκε νεώτερη πράξη ομοίου περιεχομένου ή όταν η προσβληθείσα πράξη τροποποιήθηκε ή αντικαταστάθηκε με άλλη, που εξακολουθεί να είναι δυσμενής για τον αιτούντα. Στην ειδική αυτή περίπτωση δεν διατηρείται απλώς, μετά την σύννομη άσκηση του σχετικού δικαιώματος προς παροχή δικαστικής προστασίας από τον αιτούντα, το αρχικό αντικείμενο της δίκης, αλλά η δίκη συνεχίζεται με ουσιωδώς διευρυμένο αντικείμενο, το οποίο προσδιορίζεται από την προσβολή και της νεώτερης διοικητικής πράξης, η οποία εκδόθηκε μετά την παύση της ισχύος της αρχικώς προσβληθείσας (ΣτΕ Ολομ. 1319/2019, 3175/2014). Η ανωτέρω ειδική περίπτωση συνέχισης της δίκης δεν συντρέχει, κατά την έννοια του νόμου, όταν η νεότερη πράξη διαφέρει ουσιωδώς από την αρχικώς προσβληθείσα πράξη -που έπαυσε να ισχύει- διότι στην περίπτωση αυτή εισάγεται εντελώς διαφορετικό, από νομική ή πραγματική άποψη, αντικείμενο δίκης και δεν έχει εφαρμογή η ως άνω εξαιρετική περίπτωση διεύρυνσης του αντικειμένου αυτού, η οποία αποσκοπεί στην αποτροπή της κίνησης διαδοχικών δικών με όμοιο, ως προς τα βασικά στοιχεία του, αντικείμενο (ΣτΕ 177/2023 Ολομ., 1700/2022, 1295-1294/2020).

11. Επειδή, η ισχύς των προσβαλλομένων 42/27.5.2022 και 46/12.9.2022 πρακτικών του Ακαδημαϊκού Συμβουλίου της Α.Ε.Α. Αθηνών που αναφέρονται στην εξεταστική περίοδο Σεπτεμβρίου 2022 για τους φοιτητές που προέρχονται από την Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης, έχει ήδη λήξει, μετά την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως και πριν από τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο (πρβλ. ΣτΕ 4020/2000, 397/1986 Ολομ.). Συνεπώς, συντρέχει, κατ’ αρχήν, περίπτωση κατάργησης της δίκης, σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 2 του π.δ. 18/1989 κατά το μέρος που ζητείται η ακύρωση των πράξεων αυτών. Με το από 29.3.2023 υπόμνημα, κατατεθέν πριν από τη συζήτηση της υπόθεσης, ο αιτών ισχυρίζεται αφενός ότι διατηρεί ιδιαίτερο έννομο συμφέρον για τη συνέχιση της δίκης κατ’ άρθρον 32 παρ. 2 του π.δ. 18/1989, διότι οι πράξεις αυτές εξακολουθούν να επάγονται σε βάρος του δυσμενείς έννομες συνέπειες, αφετέρου, με το ίδιο υπόμνημα, προσβάλλει μεταγενέστερες πράξεις και έγγραφα που έχουν εκδοθεί από την Α.Ε.Α. Αθηνών, ως προς τις οποίες ισχυρίζεται ότι πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να συνεχιστεί η δίκη, κατ’ άρθρον 32 παρ. 3 του π.δ. 18/1989, διότι πρόκειται περί ομοίων προς τις προσβαλλόμενες πράξεων.

12. Επειδή, όσον αφορά τη συνέχιση της δίκης κατ’ άρθρον 32 παρ. 2 του π.δ. 18/1989, με το ανωτέρω υπόμνημα προβάλλεται ότι οι δυσμενείς έννομες συνέπειες που διατηρούνται και μετά τη λήξη της ισχύος των προσβαλλομένων πράξεων συνίστανται στη φοίτηση του αιτούντος στην Α.Ε.Α. Αθηνών υπό εξαιρετικά επισφαλές καθεστώς εκπαίδευσης, ενόψει του ότι, πέραν της προβαλλόμενης αντισυνταγματικότητας των διατάξεων του άρθρου 241 του ν. 4823/2021, δεν έχουν εκδοθεί τα προεδρικά διατάγματα και η υπουργική απόφαση που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου για τη ρύθμιση των αναγκαίων ζητημάτων που ανακύπτουν από τη μεταφορά των φοιτητών της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης στην Α.Ε.Α. Αθηνών, στα οποία περιλαμβάνεται η κατοχύρωση της βαθμολογίας των μαθημάτων που έχει ήδη περάσει ο αιτών στην Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης, καθώς επίσης, η στέγαση και η σίτισή του στην Αθήνα.

13. Επειδή, στο έγγραφο των απόψεων της Διοίκησης προς το Δικαστήριο (βλ. το από 29.3.2023 έγγραφο του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων) αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι “... ειδικότερα ζητήματα σχετικά με τη φοίτηση των εγγεγραμμένων στις Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης και Βελλάς Ιωαννίνων φοιτητών, τα υπολειπόμενα εξάμηνα φοίτησής τους, τη κατοχύρωση της βαθμολογίας τους κ.ά. αντιμετωπίσθηκαν χωρίς να προκύψει ανάγκη θέσπισης κανονιστικών πράξεων σύμφωνα με τις εξουσιοδοτικές διατάξεις του άρθρου 241 του ν. 4823/2021” και ότι “... οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες Αθηνών και Κρήτης με αποφάσεις των οικείων οργάνων διοίκησης … προέβησαν σε όλες τις απαραίτητες διαδικασίες για τη ρύθμιση των ανωτέρω θεμάτων φροντίζοντας για την μεταφορά των σχετικών αρχείων και μητρώων, των φοιτητών των μεταφερόμενων προγραμμάτων … και τη ρύθμιση κάθε σχετικού θέματος, όπως η πραγματοποίηση των σχετικών εξετάσεων εξ αποστάσεως, η αντιστοίχιση των σχετικών μαθημάτων τους, ο καθορισμός των υπολειπομένων εξαμήνων φοίτησης ...”). Από τα παραπάνω συνάγεται ότι η έκδοση των ανωτέρω προσβαλλομένων πράξεων (πρακτικών), οι οποίες αποτελούν τις πρώτες χρονικά εκτελεστές διοικητικές πράξεις που εκδόθηκαν από την Α.Ε.Α. Αθηνών για την άμεση υλοποίηση των προβλέψεων του άρθρου 241 του ν. 4823/2021, βασίζεται στην εκπεφρασμένη, ήδη με τις ως άνω απόψεις, αντίληψη της Διοίκησης ότι δεν είναι αναγκαία η έκδοση των κανονιστικών πράξεων που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου αυτού για τη συνέχιση και ολοκλήρωση της φοίτησης στην Α.Ε.Α. Αθηνών των φοιτητών αυτών. Με τα δεδομένα αυτά, οι εν λόγω προσβαλλόμενες πράξεις δεν περιορίζονται μόνον στον καθορισμό του χρόνου και τρόπου διενέργειας της εξεταστικής περιόδου Σεπτεμβρίου 2022, αλλά αναπτύσσουν έννομες συνέπειες και πέραν της λήξης της χρονικής ισχύος τους, διότι διαμορφώνουν, υπό τις παραπάνω δυσμενείς για τον αιτούντα συνθήκες (υποχρέωση συνέχισης της φοίτησής του στην Αθήνα, χωρίς να έχουν ρυθμιστεί οι λεπτομέρειες για την μεταφορά του προγράμματος ιερατικών σπουδών στην Α.Ε.Α. Αθηνών) διοικητική κατάσταση, συνδέουσα τον αιτούντα, ως φοιτητή του προγράμματος ιερατικών σπουδών, με την Α.Ε.Α. Αθηνών από το ακαδημαϊκό έτος 2022-2023 (το οποίο δεν είχε λήξει κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της υπόθεσης) και εφεξής. Ενόψει των ανωτέρω, ο αιτών διατηρεί ιδιαίτερο έννομο συμφέρον, σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 2 του π.δ. 18/1989, για την ακύρωση των παραπάνω προσβαλλομένων πράξεων.

14. Επειδή, με το ίδιο από 29.3.2023 υπόμνημα ζητείται από τον αιτούντα κατ’ επίκληση του άρθρου 32 παρ. 3 του π.δ. 18/1989 και η ακύρωση των ακολούθων πράξεων που προσκομίζονται με το υπόμνημα αυτό: “1. της άρνησης της διοίκησης της Α.Ε.Α. Αθηνών να δεχθεί να πρωτοκολλήσει το αίτημα που απέστειλε στις 16.9.2022 περί συμμετοχής στις εξετάσεις Σεπτεμβρίου 2022, με επιφύλαξη νομιμότητας αυτών. 2. δύο αποφάσεων της Α.Ε.Α. Αθηνών με θέμα: “Οδηγίες για έκδοση νέων ακαδημαϊκών ταυτοτήτων για τους φοιτητές πρώην ΑΕΑΘ και πρώην ΑΕΑΒΙ”. 3. της απόφασης της ΑΕΑ Αθηνών με θέμα: “Παράταση μέχρι την Τετάρτη 22/3 – Δηλώσεις μαθημάτων του εαρινού εξαμήνου του ακαδημαϊκού έτους 2022-2023”. 4. της ανακοίνωσης του Προέδρου της Α.Ε.Α. Αθηνών, με την οποία αναγνωρίζονται τα μαθήματα της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης από την Α.Ε.Α. Αθηνών. 5. της απόφασης της Α.Ε.Α. Αθηνών με θέμα: “Δεύτερη εξεταστική περίοδος για τους φοιτητές που προέρχονται από τις πρώην ΑΕΑΘ και ΑΕΑΒΙ”. 6. της επείγουσας ανακοίνωσης της ΑΕΑ Αθηνών, με την οποία καλούνται οι φοιτητές της πρώην Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης να δηλώσουν, αν επιθυμούν να διαμείνουν στο οικοτροφείο της Σχολής. 7. της απόφασης της Α.Ε.Α. Αθηνών με θέμα: “Φοιτητές από Θεσσαλονίκη και Ιωάννινα: Κωδικοί Ευδόξου και Φοιτητολογίου (UNIVERSIS). 8. της ανακοίνωσης της Α.Ε.Α. Αθηνών για φοιτητές από Θεσσαλονίκη και Ιωάννινα αναφορικά με τη χορήγηση συγγραμμάτων από τον Εύδοξο. 9. της απόφασης της Α.Ε.Α. Αθηνών με θέμα: “Εξετάσεις χειμερινού εξαμήνου”. 10. της απόφασης της Α.Ε.Α. Αθηνών με θέμα: “Δηλώσεις μαθημάτων για τους φοιτητές από πρώην ΑΕΑΘ και πρώην ΑΕΑΒΙ”. 11. της από 29.11.2022 απόφασης του Ανωτάτου Επιστημονικού Συμβουλίου υπ’ αριθμ. πρωτ. 148062/ΑΕΣ. 12. της από 2.11.2022 απόφασης αντιστοίχισης των μαθημάτων ΠΠΣ “Ιερατικές Σπουδές” της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης με τα μαθήματα της Α.Ε.Α. Αθηνών. 13. της απόφασης υπ’ αριθμ. Φ7/771/3.10.2022 της Α.Ε.Α. Αθηνών με θέμα: “Ορισμός επιτροπής αντιστοιχίσεων μαθημάτων”. 14. του πρακτικού υπ’ αριθμ. 47 της 20ης Σεπτεμβρίου 2022 με θέμα: “Πρόγραμμα μαθημάτων ακαδ. Έτους 2022-2023”. 15. του πρακτικού υπ’ αριθμ. 45 της 5ης Σεπτεμβρίου 2022 της Α.Ε.Α. Αθηνών με θέμα: “Θέματα συγχώνευσης των ΑΕΑΑ”. 16. του υπ’ αριθμ. Φ1Α/84/26.1.2023 πιστοποιητικού γενικής χρήσης, κατά το μέρος που σε αυτό αναγράφεται ότι το αρχείο της Α.Ε.Α.Θ. τηρείται στην Α.Ε.Α.Α.”. Ο αιτών ισχυρίζεται ότι η δίκη πρέπει να συνεχιστεί και ως προς τις πράξεις αυτές, καθώς παρουσιάζουν την ίδια ακριβώς πλημμέλεια με τις προσβαλλόμενες με την αίτηση ακυρώσεως πράξεις. Ο ισχυρισμός αυτός πρέπει, ωστόσο, να απορριφθεί, διότι οι πράξεις αυτές δεν είναι ομοίου περιεχομένου με τις προσβαλλόμενες, αλλά διαφέρουν ουσιωδώς απ’ αυτές, ούτε, όμως, τις τροποποιούν ή τις αντικαθιστούν. Συνεπώς, δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που τάσσονται στην παρ. 3 του άρθρου 32 του π.δ. 18/1989, προκειμένου να συνεχισθεί η δίκη και ως προς τις πράξεις αυτές (πρβλ. ΣτΕ 1700/2022 σκ. 13, 1545/2021 σκ. 19, 1295/2020 σκ. 10).

15. Επειδή, τα από 19.10.2022, 1.11.2022, 6.12.2022 και 25.1.2023 υπομνήματα επί της κρινόμενης αιτήσεως απαραδέκτως υπογράφονται από τον ίδιο τον αιτούντα και όχι από πληρεξούσιο δικηγόρο και δεν είναι ληπτέα υπόψη (ΣτΕ 1348/2017, 1910, 1222/2016 κ.ά.).

16. Επειδή, με το ν.δ. 3885/1958 (Α΄ 184) ιδρύθηκε Ανωτέρα Εκκλησιαστική Σχολή με έδρα την πόλη της Θεσσαλονίκης (Α.Ε.Σ.Θ.) “προς μόρφωσιν εφημερίων των παραμεθορίων περιοχών” (άρθρα 1 παρ. 1). Η φοίτηση στη σχολή ήταν τριετής (άρθρο 2), το δε πτυχίο της σχολής ήταν ισότιμο με αυτό των Παιδαγωγικών Ακαδημιών (άρθρο 5). Στη συνέχεια, στο π.δ. 1025/1977 (Α΄ 344), το οποίο εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 3 παρ. 1 του ν. 476/1976 (Α΄ 308), ορίσθηκε στην παρ. 4 του άρθρου 1 ότι: “4. Η Ανωτέρα Εκκλησιαστική Σχολή Θεσσαλονίκης μετονομάζεται εις Εκκλησιαστικήν Παιδαγωγικήν Ακαδημίαν Θεσσαλονίκης” και στην παρ. 6 του ιδίου άρθρου ότι: “6. Τα Μέσα Εκκλησιαστικά Φροντιστήρια, τα τριτάξια Εκκλησιαστικά Γυμνάσια, τα τετρατάξια Εκκλησιαστικά Λύκεια και η Ριζάρειος Ανωτέρα Ιερατική Σχολή Αθηνών είναι σχολεία Μέσης Εκπαιδεύσεως. Η Εκκλησιαστική Παιδαγωγική Ακαδημία Βελλάς, η Εκκλησιαστική Παιδαγωγική Ακαδημία Θεσσαλονίκης, το Παιδαγωγικόν Τμήμα της Αθωνιάδος Εκκλησιαστικής Ακαδημίας και η Ανωτέρα Εκκλησιαστική Σχολή Αθηνών είναι Σχολεία Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως”. Ακολούθως, ψηφίσθηκε ο ν. 3432/2006 με τίτλο “Δομή και λειτουργία της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης”, με τον οποίον, κατά τα αναφερόμενα στην αιτιολογική έκθεση, σκοπήθηκε, μεταξύ άλλων, “η αναβάθμιση των Ανωτέρων Εκκλησιαστικών Σχολών σε παραγωγικές Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες που θα παράγουν στελέχη για την Ορθόδοξη Εκκλησία στην Ελλάδα κατά τα πρότυπα των Ανωτάτων Στρατιωτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων”. Ειδικότερα, στο άρθρο 1 του νόμου αυτού, πριν από την αντικατάστασή του με την παρ. 1 του άρθρου 165 του ν. 4823/2021, ορίσθηκε ότι: “1. Η Εκκλησιαστική Εκπαίδευση παρέχεται στα Εκκλησιαστικά Γυμνάσια (Ε.Γ.), στα Ενιαία Εκκλησιαστικά Λύκεια (Ε.Ε.Λ.), στις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες (Α.Ε.Α.) και στα Ιερατικά Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας (Ι.Σ.Δ.Ε.). Οι εκπαιδευτικές αυτές μονάδες είναι παραγωγικές σχολές της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ελλάδα και εποπτεύονται από το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. 2. Τα Εκκλησιαστικά Γυμνάσια και τα Ενιαία Εκκλησιαστικά Λύκεια ανήκουν στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες στην Ανώτατη Εκπαίδευση και τα Ιερατικά Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας αποτελούν φορείς δια βίου εκπαίδευσης”, στο άρθρο 2, πριν από την κατάργησή του με το άρθρο 243 περ. Α΄ του ν. 4823/2021, ότι: “Σκοπός της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης είναι η ανάδειξη και κατάρτιση Κληρικών και Λαϊκών Στελεχών της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ελλάδα, υψηλού μορφωτικού επιπέδου και χριστιανικού ήθους”, στο άρθρο 3, πριν από την αντικατάστασή του με την παρ. 2 του άρθρου 165 του ν. 4823/2021, ότι: “1. Οι Ανώτερες Εκκλησιαστικές Σχολές Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Βελλάς Ιωαννίνων και Ηρακλείου Κρήτης μετονομάζονται σε Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες (Α.Ε.Α.). Οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες καταρτίζουν στελέχη της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ελλάδα, παρέχουν εκπαίδευση και χορηγούν πτυχία ισότιμα με εκείνα των Ιδρυμάτων της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Η λειτουργία των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών αρχίζει από το ακαδημαϊκό έτος 2007-2008”, στην παρ. 1 του άρθρου 4, πριν από την αντικατάστασή της με το άρθρο 165 παρ. 3 του ν. 4823/2021, ότι: “1. Πρόσβαση στα προγράμματα σπουδών των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών έχουν οι κάτοχοι απολυτηρίου Ενιαίου Λυκείου ή άλλου ισότιμου σχολείου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τους όρους του συστήματος εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, εφόσον είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι, ειδικά δε για τα Προγράμματα Ιερατικών Σπουδών γίνονται δεκτοί μόνο άρρενες υποψήφιοι”, στο άρθρο 5, πριν από την αντικατάσταση της παρ. 1 αυτού με την παρ. 4 του άρθρου 165 του ν. 4823/2021 και την κατάργηση των παρ. 2-3 με την περ. Α΄ του άρθρου 243 του ιδίου νόμου, ότι: “1. Τα Προγράμματα Σπουδών των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών είναι διάρκειας οκτώ ακαδημαϊκών εξαμήνων και η φοίτηση σε αυτά είναι υποχρεωτική. 2. …” και, τέλος, στις παρ. 3-4 του άρθρου 17 του ν. 3432/2006 ότι: “3. Οι πτυχιούχοι των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών, χειροτονούμενοι, κατατάσσονται στην Α΄ μισθολογική κατηγορία Εφημερίων και εξελίσσονται στα μισθολογικά κλιμάκια της κατηγορίας ΠΕ. Ειδικά οι κάτοχοι πτυχίου του Προγράμματος Ιερατικών Σπουδών μπορούν να εγγραφούν στον κατάλογο των προς Αρχιερατεία εκλόγιμων. 4. Το πτυχίο των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών δεν παρέχει δικαίωμα διορισμού στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Δημόσια Εκπαίδευση. Οι απόφοιτοι των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών προσλαμβάνονται αποκλειστικώς στις υπηρεσίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ελλάδα”.

17. Επειδή, εν συνεχεία, με το μέρος Ε΄ του ν. 4823/2021 ρυθμίστηκαν ζητήματα της δευτεροβάθμιας, μεταδευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, με στόχο, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, “τη διαμόρφωση ενός οργανωμένου, σύγχρονου και ολοκληρωμένου συστήματος εκκλησιαστικής εκπαίδευσης υπό την εποπτεία του κράτους”. Ειδικότερα, στο άρθρο 109 ορίζεται ότι: “Η Δευτεροβάθμια εκκλησιαστική εκπαίδευση παρέχεται στα Εκκλησιαστικά Σχολεία (Ε.Σ.), Εκκλησιαστικά Γυμνάσια και Γενικά Εκκλησιαστικά Λύκεια, τα οποία υπάγονται στη Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων (Γ.Γ.Θ.) του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων”, στο άρθρο 138 ότι: “Οι Σχολές Μαθητείας Υποψήφιων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.) παρέχουν μεταδευτεροβάθμια εκκλησιαστική ιερατική εκπαίδευση ως αποκεντρωμένες υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων και εποπτεύονται από τη Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων (Γ.Γ.Θ.).”, στο άρθρο 139 ότι: “Αποκλειστικός σκοπός των Σχολών Μαθητείας Υποψήφιων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.) είναι η εκπαίδευση υποψήφιων κληρικών της, κατά το άρθρο 3 του Συντάγματος, Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, υψηλού μορφωτικού επιπέδου και εκκλησιαστικού ήθους, με προσήλωση στις δημοκρατικές αξίες, για να υπηρετήσουν στην Ελλάδα ή στις κοινότητες του απόδημου ελληνισμού”, στο άρθρο 140 ότι: “1. Στους απόφοιτους των Σχολών Μαθητείας Υποψήφιων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.) χορηγείται δίπλωμα μαθητείας, το οποίο αντιστοιχεί στο Επίπεδο 5 του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων. 2. Το δίπλωμα μαθητείας αποτελεί προϋπόθεση για τον διορισμό σε κενή οργανική θέση εφημερίου, μετά τη χειροτονία του σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, σε ενορίες που βρίσκονται σε χωριά ή πόλεις με πληθυσμό έως σαράντα χιλιάδες (40.000) κατοίκους. ... 3. Η απόκτηση διπλώματος μαθητείας δεν θεμελιώνει δικαίωμα του κατόχου για διορισμό σε κενή οργανική θέση εφημερίου.... 4. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται ο διορισμός κληρικού σε κενή οργανική θέση εφημερίου, χωρίς τη λήψη του διπλώματος μαθητείας, σε οικισμούς με πληθυσμό κάτω των δύο χιλιάδων (2.000) κατοίκων, που ανήκουν σε ακριτική ή νησιωτική Μητρόπολη, αν συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) έχει ηλικία άνω του τριακοστού (30ού) έτους και όχι πέραν του πεντηκοστού (50ού), β) είναι έγγαμος και γ) είναι κάτοχος απολυτηρίου Γενικού Εκκλησιαστικού Λυκείου του ν. 3432/2006 (Α΄ 14), Εκκλησιαστικού Λυκείου του παρόντος, Γενικού Λυκείου ή απολυτηρίου ή πτυχίου Επαγγελματικού Λυκείου ή αντίστοιχου τίτλου σπουδών σχολείου Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της ημεδαπής ή της αλλοδαπής. ...”, στο άρθρο 141 ότι: “1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, ύστερα από εισήγηση του Εποπτικού Συμβουλίου Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης (Ε.Σ.Ε.Ε.), ιδρύονται Σχολές Μαθητείας Υποψήφιων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.) στην Αθήνα, στα Ιωάννινα και στην Κρήτη. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, ύστερα από εισήγηση του Ε.Σ.Ε.Ε., μπορεί να καταργούνται, να αναστέλλεται η λειτουργία ή να μεταφέρεται η έδρα των Σ.Μ.Υ.Κ., ... 2. … ” και στο άρθρο 143 ότι: “1. Η διάρκεια σπουδών στις Σχολές Μαθητείας Υποψήφιων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.) ορίζεται σε δύο (2) έτη. Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα αποτελείται από τα θεωρητικά μαθήματα, την ιερατική μαθητεία και την πτυχιακή εργασία. 2 …” και στο άρθρο 144 ότι: “1. Δικαίωμα φοίτησης στις Σχολές Μαθητείας Υποψήφιων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.) έχουν Έλληνες πολίτες, κάτοχοι απολυτηρίου Γενικού Εκκλησιαστικού Λυκείου του ν. 3432/2006 (Α΄ 14), Γενικού Εκκλησιαστικού Λυκείου του παρόντος, Γενικού Λυκείου ή κάτοχοι απολυτηρίου ή πτυχίου Επαγγελματικού Λυκείου ή αντίστοιχου τίτλου σπουδών σχολείου Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, που κατέχουν τα προσόντα για να χειροτονηθούν κληρικοί και έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις ή έχουν απαλλαγεί νόμιμα από αυτές. … 2. …”, Εξ άλλου, με την παρ. 1 του άρθρου 165 αντικαταστάθηκε το άρθρο 1 του ν. 3432/2006 ως εξής: “Οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες είναι παραγωγικές σχολές της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ελλάδα, ανήκουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και εποπτεύονται από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων”, με την παρ. 3 του ίδιου άρθρου αντικαταστάθηκε η παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3432/2006 ως εξής: “1. Πρόσβαση στο Πρόγραμμα Ιερατικών Σπουδών των Ανώτατων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών (Α.Ε.Α.) Αθηνών και της Πατριαρχικής Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Κρήτης (Π.Α.Ε.Α.) Κρήτης έχουν μόνο άρρενες υποψήφιοι που είναι κάτοχοι απολυτηρίου Γενικού Λυκείου ή άλλου ισότιμου σχολείου Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τους όρους του συστήματος εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, εφόσον είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι”, με την παρ. 4 του ιδίου άρθρου αντικαταστάθηκε η παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 3432/2006 ως εξής: “1. Στην Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία (Α.Ε.Α.) Αθηνών και στην Πατριαρχική Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία (Π.Α.Ε.Α.) Κρήτης λειτουργεί Πρόγραμμα Ιερατικών Σπουδών, οι απόφοιτοι του οποίου εντάσσονται σε μισθολογική βαθμίδα πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Το Πρόγραμμα Ιερατικών Σπουδών είναι διάρκειας οκτώ (8) ακαδημαϊκών εξαμήνων και η φοίτηση σε αυτό είναι υποχρεωτική. Για την ανώτατη διάρκεια φοίτησης ισχύει το άρθρο 34 του ν. 4777/2021 (Α΄ 25)”. Τέλος, με το άρθρο 241 του ν. 4823/2021, που παρατέθηκε στη σκέψη 4 προβλέφθηκε, κατά τις ειδικότερες ρυθμίσεις της διάταξης αυτής, ότι από το ακαδημαϊκό έτος 2022-2023 λειτουργούν η Α.Ε.Α. Αθηνών και η Πατριαρχική Α.Ε.Α. Κρήτης, παύει η λειτουργία των Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης και Βελλάς Ιωαννίνων και μεταφέρεται - συγχωνεύεται το πρόγραμμα Ιερατικών Σπουδών των Α.Ε.Α. Βελλάς Ιωαννίνων και Θεσσαλονίκης με το αντίστοιχο πρόγραμμα της Α.Ε.Α. Αθηνών, στο οποίο λειτουργούν εφεξής.

18. Επειδή, από τα ανωτέρω συνάγεται ότι οι Εκκλησιαστικές Ακαδημίες οργανώθηκαν αρχικά ως Σχολεία Ανώτερης Εκπαίδευσης (αρ. 1 παρ. 6 π.δ. 1025/1977), τριετούς φοίτησης και ανήκαν, ως παραγωγικές σχολές κατά το άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 632-633/2010, 1786, 2457/2012, 376/2013, 1925, 3405/2017), στη τριτοβάθμια εκπαίδευση. Με τον νόμο 3432/2006 οι Εκκλησιαστικές Ακαδημίες αναβαθμίσθηκαν, με την αναγωγή τους σε ανώτατες σχολές, τεταρτοετούς φοίτησης, ανήκουσες στην ανώτατη εκπαίδευση (άρθρα 1, 3 και 5). Ακολούθως, και υπό το καθεστώς του τελευταίου ν. 4823/2021, οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες παρέχουν εκπαίδευση (με υποχρεωτική φοίτηση διάρκειας οκτώ ακαδημαϊκών εξαμήνων) και πτυχία ισότιμα με αυτά των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, παραμένουν δε παραγωγικές σχολές ανήκουσες στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (ΣτΕ 785/2022, πρβλ. ΣτΕ 387/2016 Ολομ. σκ. 18, 347/2023 για τα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα). Με τον ίδιο νόμο επήλθαν μεταβολές στην εκκλησιαστική εκπαίδευση για την ανάδειξη και κατάρτιση κληρικών και λαϊκών στελεχών της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ελλάδα, με τη σύσταση δομών μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, των Σχολών Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.), με αποκλειστικό σκοπό την εκπαίδευση υποψηφίων κληρικών (άρθρα 138 και 139 του ν. 4823/2021). Οι Σ.Μ.Υ.Κ. ιδρύονται στην Αθήνα, στα Ιωάννινα και στην Κρήτη με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων (άρθρο 141) και χορηγούν δίπλωμα μαθητείας, το οποίο, από 1η.1.2026, αποτελεί προϋπόθεση για τον διορισμό σε κενή θέση εφημερίου σε ενορίες που βρίσκονται σε χωριά ή πόλεις με πληθυσμό έως 40.000 κατοίκους (άρθρα 140 και 245 παρ. 4). Ο διορισμός κληρικού σε κενή οργανική θέση εφημερίου, χωρίς τη λήψη του διπλώματος μαθητείας, είναι μόνο κατ’ εξαίρεση δυνατός σε οικισμούς με πληθυσμό κάτω των δύο χιλιάδων (2.000) κατοίκων, που ανήκουν σε ακριτική ή νησιωτική Μητρόπολη, εφόσον αυτός είναι άνω των 30 ετών, έγγαμος και απόφοιτος εκκλησιαστικού λυκείου ή γενικού ή επαγγελματικού λυκείου ή αντίστοιχου τίτλου σπουδών σχολείου Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (άρθρο 140 παρ. 4). Τέλος, με τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 241 του ν. 4823/2021, ο αριθμός των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών μειώθηκε από τέσσερις (Αθήνας, Θεσσαλονίκης, Ιωαννίνων και Κρήτης) σε δύο (Αθήνας και Κρήτης) από το ακαδημαϊκό έτος 2022-2023, με την παύση της λειτουργίας της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης και της Α.Ε.Α. Βελλάς Ιωαννίνων και την μεταφορά – συγχώνευση των προγραμμάτων ιερατικών σπουδών που προσέφεραν στο αντίστοιχο πρόγραμμα της Α.Ε.Α. Αθηνών.

19. Επειδή, όπως έχει παγίως κριθεί, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 3 παρ. 1 του Συντάγματος, με την οποία κατοχυρώνονται οι ιεροί κανόνες και οι παραδόσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο κοινός νομοθέτης δεν μπορεί με τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας ή άλλα ειδικά νομοθετήματα να επιχειρήσει, κατ’ άρθρο 72 παρ. 1 του Συντάγματος, θεμελιώδη μεταβολή βασικών διοικητικών θεσμών καθιερωμένων παγίως για μεγάλο χρονικό διάστημα στην Ορθόδοξη Εκκλησία (βλ. ΣτΕ 3003/2014 Ολομ. και ΣτΕ 2010/2020 Ολομ., 2569/1990, 5057/1987 επτ., 3619/1982 επτ., 2037-2038/1979 επτ., 1269-1270/1977, 3178/1976 Ολομ., 609-612/1967 Ολομ. κ.α.). Ως εκ τούτου, ζητήματα που δεν συνθέτουν βασικό διοικητικό θεσμό της Εκκλησίας δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ρυθμίζονται κατά τρόπο αποκλειστικό από τους ιερούς κανόνες, απαγορεύοντας στον νομοθέτη τη θέσπιση διοικητικών μέτρων που διασφαλίζουν το κύρος και την εύρυθμη λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας (πρβλ. ΣτΕ 3003/2014 Ολομ., 609/1967 Ολομ.). Εξάλλου, με τις ίδιες διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 1 του Συντάγματος κατοχυρώνεται και η αυτοδιοίκηση της Εκκλησίας, η οποία περιλαμβάνει την εξουσία της να αποφασίζει για τις υποθέσεις της με δικά της όργανα, τα οποία συγκροτούνται όπως ο νόμος ορίζει, και να διοικείται από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας και την απ' αυτήν προερχόμενη Διαρκή Ιερά Σύνοδο, η οποία συγκροτείται κατά τους ορισμούς του νόμου και των σχετικών με τον τρόπο συγκροτήσεως του οργάνου αυτού διατάξεων του Πατριαρχικού τόμου της κθ΄ (29) Ιουνίου 1850 και της Συνοδικής Πράξεως της 4ης Σεπτεμβρίου 1929 (ΣτΕ 5057/1987 επτ., βλ. και 3178/1976, 2715/1984, πρβλ. 1134/1983 επτ.). Ωστόσο, η εξουσία αυτή της Εκκλησίας ασκείται εντός των πλαισίων των γενικών κανόνων που θεσπίζει ελεύθερα ο νομοθέτης, ο οποίος δεν μπορεί πάντως, όπως ήδη εκτέθηκε, να προχωρήσει μέχρι τη θεμελιώδη μεταβολή βασικών διοικητικών θεσμών που έχουν καθιερωθεί πάγια στην οργάνωση και λειτουργία της Εκκλησίας (πρβλ. ΣτΕ 1134/1983 7μ., 4849/1997, 1476/1975 Ολομ.).

20. Επειδή, εν προκειμένω, προβάλλεται ότι οι προεκτεθείσες διατάξεις του άρθρου 241 του ν. 4823/2021 αντίκεινται στο άρθρο 3 παρ. 1 του Συντάγματος, διότι αποτελούν επέμβαση σε θεμελιώδεις διοικητικούς θεσμούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος, όπως είναι οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες που περιλαμβάνονται στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου του άρθρου 1 παρ. 4 του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος (ν. 590/1977 – Α΄ 146) και, επικουρικώς, ότι οι διατάξεις αυτές έχουν, πάντως, θεσπισθεί χωρίς να έχει προηγηθεί η γνώμη των καταστατικών οργάνων της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος. Οι λόγοι αυτοί είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, αφενός διότι τα ζητήματα που ρυθμίστηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 241 του ν. 4823/2021 δεν συνθέτουν βασικό διοικητικό θεσμό της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος, η δε διάταξη του άρθρου 1 παρ. 4 του ν. 590/1977 δεν αναφέρεται στις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες και αφετέρου διότι, πάντως, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, με το 2869/24.6.2021 έγγραφό της, εξέφερε τις απόψεις της επί του επίμαχου σχεδίου νόμου, όπως εκτίθεται κατωτέρω (σκ. 23).

21. Επειδή, στο άρθρο 3 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι: “1. Επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού. …”, στο άρθρο 13 ότι: “1. Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός. 2. Κάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνται ανεμπόδιστα υπό την προστασία των νόμων. Η άσκηση της λατρείας δεν επιτρέπεται να προσβάλλει τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη. … 3. Οι λειτουργοί όλων των γνωστών θρησκειών υπόκεινται στην ίδια εποπτεία της Πολιτείας και στις ίδιες υποχρεώσεις απέναντί της, όπως και οι λειτουργοί της επικρατούσας θρησκείας. 4. … 5. …”, στο άρθρο 16 ότι: “1. H τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του Kράτους. H ακαδημαϊκή ελευθερία και η ελευθερία της διδασκαλίας δεν απαλλάσσουν από το καθήκον της υπακοής στο Σύνταγμα. 2. H παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες. 3. ... 4. Όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες της, στα κρατικά εκπαιδευτήρια. … 5. Η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Τα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του Κράτους, έχουν δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους που αφορούν τους οργανισμούς τους. Συγχώνευση ή κατάτμηση ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μπορεί να γίνει και κατά παρέκκλιση από κάθε αντίθετη διάταξη, όπως νόμος ορίζει. … 7. Η επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται από το Κράτος και με σχολές ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια, όπως προβλέπεται ειδικότερα από το νόμο, που ορίζει και τα επαγγελματικά δικαιώματα όσων αποφοιτούν από τις σχολές αυτές. 8. … 9. …”.

22. Επειδή, από τον συνδυασμό των ανωτέρω συνταγματικών διατάξεων συνάγεται ότι ιδιαίτερη έκφανση της θρησκευτικής ελευθερίας αποτελεί το δικαίωμα της θρησκευτικής εκπαίδευσης, στην οποία περιλαμβάνεται το δικαίωμα των γνωστών θρησκειών να συστήνουν και να λειτουργούν εκπαιδευτήρια για την κατάρτιση και εκπαίδευση των λειτουργών και στελεχών τους σύμφωνα με τους κανόνες της θρησκείας τους. Το δικαίωμα αυτό, όπως και η θρησκευτική ελευθερία εν γένει, ασκείται στο πλαίσιο της συνταγματικής έννομης τάξης, από το οποίο απορρέει υποχρέωση της Πολιτείας να διασφαλίζει τη δυνατότητα άσκησης του δικαιώματος αυτού και προβλέπεται εποπτεία του Κράτους επί των εν λόγω εκπαιδευτηρίων. Ειδικότερα, για την εκπαίδευση των στελεχών και λειτουργών της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος, ενόψει και της κατά το άρθρο 3 του Συντάγματος θέσης της ως “επικρατούσας θρησκείας”, η σύσταση και λειτουργία εκκλησιαστικών σχολών επιτρεπτώς εντάσσεται στο σύστημα της κρατικής εκπαίδευσης και τελεί υπό κρατική εποπτεία. Και δύναται μεν ο κοινός νομοθέτης ή η κανονιστικώς δρώσα διοίκηση, κατ’ εκτίμηση των εκάστοτε συνθηκών και των εν γένει εκπαιδευτικών αναγκών, διαθέτοντας ευρεία προς τούτο διακριτική ευχέρεια, να επεμβαίνει στη δομή των διοικητικών υπηρεσιών, στις οποίες έχει ανατεθεί η παροχή της εκκλησιαστικής αυτής εκπαίδευσης, και, στο πλαίσιο αυτό, να προβαίνει στην αναδιοργάνωση, κατάργηση ή συγχώνευση υφιστάμενων εκκλησιαστικών σχολών και στη μεταφορά-συγχώνευση των παρεχομένων απ’ αυτές προγραμμάτων σπουδών· υποχρεούται όμως, κατά τη θέσπιση των σχετικών ρυθμίσεων, οι οποίες ως προς την ουσιαστική τους ορθότητα είναι ανέλεγκτες δικαστικά, να σέβεται την απορρέουσα από το Σύνταγμα (άρθρα 26, 81, 101 και 103 επ.) αρχή της ορθολογικής οργάνωσης της δημόσιας διοίκησης -με την οποία επιδιώκεται ο σκοπός της δημιουργίας και διατηρήσεως διοικήσεως όχι μόνον υποταγμένης στην αρχή της νομιμότητας αλλά και δυναμένης να παρέχει τις ανατιθέμενες από τους νόμους υπηρεσίες κατά τρόπο αποτελεσματικό- ώστε να τεκμηριώνεται ότι η επιχειρούμενη μεταβολή είναι ορθολογική, αποτελεσματική και πάγια, όχι δε περιστασιακή και εξυπηρετική άλλων σκοπών μη σχετιζομένων προς την ανωτέρω συνταγματική αρχή (πρβλ. ΣτΕ 1834/2021 Ολομ., 1016/2010 επτ., 2573-2574/2021 επτ., 1972-1975/2022 επτ., 344, 399/2023 επτ., 1486/2020, βλ. σχετικά Π.Ε. 44/2000, 229/2016, 229/2020, Πρακτικό Ολομ. ΣτΕ 290/2013).

23. Επειδή, στην αιτιολογική έκθεση του ν. 4823/2021 αναφέρεται σχετικά ότι “μετατρέπονται δύο εκκλησιαστικά σχολεία σε Σχολές Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.), οι οποίες είναι δομές μεταδευτεροβάθμιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης. Ιδρύεται μεταδευτεροβάθμια δομή με αποκλειστικό στόχο την κατάρτιση των υποψηφίων εφημερίων για την Ελλάδα και τον απόδημο ελληνισμό. Πλέον, για να μισθοδοτηθεί ένας κληρικός από το Κράτος θα πρέπει πλέον να είναι είτε απόφοιτος Σ.Μ.Υ.Κ. είτε πτυχιούχος Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (Α.Ε.Ι.) ή Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας (Α.Ε.Α.). Εφόσον καταργείται η δυνατότητα να μισθοδοτούνται, ως ιερείς, απόφοιτοι πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αναβαθμίζεται το εκπαιδευτικό επίπεδο του κλήρου … εξορθολογίζεται η τριτοβάθμια εκκλησιαστική εκπαίδευση (Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες - Α.Ε.Α.) με τη συνένωση δυνάμεων σε υφιστάμενες δομές”. Εξ άλλου, κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου στη Διαρκή Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων αναφέρθηκε από τον αρμόδιο εισηγητή της πλειοψηφίας, σχετικά με την επίμαχη ρύθμιση, ότι «Στο πλαίσιο του εξορθολογισμού του χάρτη της ανώτατης εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, συνενώνονται οι δυνάμεις των υφιστάμενων δομών ανώτατης εκκλησιαστικής εκπαίδευσης και ο αριθμός τους συμπτύσσεται από τέσσερις σε δύο που θα λειτουργήσουν, σε Αθήνα και Κρήτη, με στόχο την αναβάθμιση των παρεχόμενων σπουδών» και από την αρμόδια Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων ότι: “ … το νομοσχέδιο προβλέπει, παράλληλα, τη συνένωση δυνάμεων σε ο,τι αφορά τις ανώτατες εκκλησιαστικές ακαδημίες, από τέσσερις, σε δύο, στο ευρύτερο πλαίσιο εξορθολογισμού του ακαδημαϊκού χάρτη της χώρας, με βάση τη ζήτηση των υποψηφίων και την απορρόφηση στην αγορά. Είναι αναγκαίος ο εξορθολογισμός των δομών της τριτοβάθμιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, με τη συγχώνευση σε υφιστάμενες ή τη μεταφορά τους σε συναφή τμήματα, με στόχο την ποιοτική τριτοβάθμια εκκλησιαστική εκπαίδευση …” (βλ. συνεδρίαση της 20ης Ιουλίου 2021) και ότι “… με βάση στοιχεία, που μας έχουν έρθει από την Εκκλησία της Ελλάδος, σχετικά με τις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες, στις θέσεις κληρικών ένα μόλις 10% προέρχεται συνολικά από τις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες, από τα δε μη Ιερατικά Τμήματα, σε έντεκα χρόνια η Εκκλησία της Ελλάδος φαίνεται να έχει προσλάβει έναν απόφοιτο …” (βλ. συνεδρίαση της 21ης Ιουλίου 2021, ώρα 10.10΄), ενώ, σε επόμενη συνεδρίαση της Επιτροπής (βλ. συνεδρίαση της 23ης Ιουλίου 2021) αναφέρθηκαν, μεταξύ άλλων, από βουλευτή-μέλος αυτής (Ε.Σ.) τα εξής: “… καταργείτε δύο ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες και οι δύο στη βόρεια Ελλάδα, εκείνη της Βελλάς Ιωαννίνων και εκείνη στη Θεσσαλονίκη, η μία δε στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας και συμπρωτεύουσα της χώρας, στη Θεσσαλονίκη. Δεν μας έχετε εξηγήσει, επαρκώς, τους λόγους, για τους οποίους το θεσμοθετείτε αυτό. Αναφέρατε ότι οι απόφοιτοι των εκκλησιαστικών ακαδημιών δεν απορροφώνται, δεν εξασφαλίζονται επαγγελματικά. Εννοείτε, όσον αφορά την Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Θεσσαλονίκης, τους αποφοίτους του προγράμματος διαχείρισης εκκλησιαστικών κειμηλίων ή εκείνους των ιερατικών σπουδών; … Θέλετε, εφόσον … υπάρχει μια μελέτη, να μας την προσκομίσετε; Ειδικά η Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Θεσσαλονίκης, η οποία έχει ήδη 15ετή λειτουργία, ήταν η πρώτη, που οργανώθηκε, με ακαδημαϊκό συμβούλιο. Είναι η καλύτερα στελεχωμένη, με τα περισσότερα μέλη μόνιμου διδακτικού προσωπικού, ειδικού διδακτικού προσωπικού και διοικητικού προσωπικού, είναι αυτή, η οποία διαθέτει άρτιο κτιριακό και εργαστηριακό εξοπλισμό και επιπλέον, και αυτό είναι το σημαντικότερο, αποτελεί τη μοναδική παρουσία ανώτατης εκκλησιαστικής εκπαίδευσης στο βορειοελλαδικό χώρο. Στελεχώνει, … 26 μητροπόλεις της Μακεδονίας και Θράκης, ενώ δέχεται και αρκετούς φοιτητές από μητροπόλεις της Θεσσαλίας. Από την Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Θεσσαλονίκης έχουν αποφοιτήσει, ήδη, 500 ιερείς, οι οποίοι υπηρετούν στην Εκκλησία της Ελλάδος και στις απανταχού ορθόδοξες εκκλησίες. Ενδεικτικά, στην Κωνσταντινούπολη, τη Γαλλία, τον Καναδά, την Κολομβία. Άρα, η δήλωση ότι τα τμήματα ιερατικών σπουδών των ανώτατων εκκλησιαστικών ακαδημιών δεν έχουν απορροφητικότητα, τουλάχιστον, όσον αφορά την περίπτωση της Θεσσαλονίκης, ελέγχεται για την αλήθεια και την ακρίβειά της. ... η Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Θεσσαλονίκης είναι η μοναδική Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία, που βρίσκεται πιο κοντά, γεωγραφικά, στις ομόδοξες εκκλησίες των βαλκανικών χωρών και στο Άγιον Όρος, το οποίο στελεχώνει, με φοιτητές της, ως μοναχούς, αλλά και ως διαχειριστές συντηρητές εκκλησιαστικών κειμηλίων. ... Το σημαντικότερο από όλα, … , είναι ότι δεν μας έχετε αναφέρει μέχρι στιγμής το λόγο, εξαιτίας του οποίου παραβλέπετε την υπ’ αριθμ. 2689/24.6.2021 επιστολή της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος … , βάσει της οποίας η Ιερά Σύνοδος αιτείται την παραμονή σε πλήρη λειτουργία του προγράμματος ιερατικών σπουδών της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης. Εκτός των άλλων, για προφανείς εθνικούς λόγους, όπως αναφέρεται στην ίδια επιστολή. …”. Κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου στη Βουλή (συνεδριάσεις ΡΟΔ΄ 26.7.2021, ΡΟΣΤ΄ 28.7.2021) έγινε αναφορά στην ανωτέρω επιστολή από βουλευτές διαφόρων κομμάτων (Νέα Δημοκρατία, ΣΥΡΙΖΑ, Κίνημα Αλλαγής, ΜΕΡΑ25, Ελληνική Λύση), οι οποίοι εξέφρασαν επιφυλάξεις ως προς την επιχειρούμενη ρύθμιση της παύσης λειτουργίας της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης. Στην εν λόγω επιστολή αναφέρεται ότι “η Ιερά Σύνοδος επισημαίνει την σημαντική προσφορά των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών, ιδίως των Προγραμμάτων Ιερατικών Σπουδών, ως “παραγωγικών” Σχολών της Εκκλησίας. Γι’ αυτό θεωρεί ότι πρέπει να παραμείνει σε πλήρη λειτουργία το συγχωνευόμενο σύμφωνα με τις διατάξεις του Νομοσχεδίου, Πρόγραμμα Ιερατικών Σπουδών της Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης διότι αφ’ ενός η μέχρι σήμερα πορεία του έχει καταδείξει τη θετική προσφορά του και, ως εκ τούτου, η συνέχιση της λειτουργίας θεωρείται χρήσιμη για την Εκκλησία και το ποιμαντικό Της έργο, αφ’ ετέρου εξυπηρετείται η ορθή χωροθέτηση των Ακαδημιών, η οποία εναρμονίζεται με τα ποιμαντικά και διοικητικά δεδομένα της Εκκλησίας της Ελλάδος, επιβάλλεται δε επιπλέον για προφανείς εθνικούς λόγους. Τυχόν κατάργηση ή συγχώνευση του Προγράμματος αυτού για κανένα λόγο δεν συνιστά, κατά τη γνώμη της Ιεράς Συνόδου, αναβάθμιση της Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσεως …”. Τέλος, όπως προκύπτει από τα πρακτικά συζητήσεων της Βουλής (συνεδρίαση ΡΟΕ´ της 27.7.2021, σελ. 17368) από την ως άνω Υπουργό αναφέρθηκαν, εν σχέσει προς την επίμαχη ρύθμιση, τα εξής: “ … Η βάση εισαγωγής των Ανώτατων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών και η απορρόφηση των αποφοίτων τους είναι ιδιαίτερα προβληματικές. Θα σας αναφέρω ένα ενδεικτικό παράδειγμα: Από τα μη ιερατικά τμήματα η Εκκλησία της Ελλάδος έχει προσλάβει σε έντεκα χρόνια έναν απόφοιτο. … Με το παρόν σχέδιο νόμου επιχειρούμε να οργανώσουμε εξ ολοκλήρου και σε νέα βάση τη δευτεροβάθμια, μεταδευτεροβάθμια και ανώτατη εκκλησιαστική εκπαίδευση, … Τι εισηγούμαστε λοιπόν; Την ίδρυση μεταδευτεροβάθμιας δομής εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, σχολές μαθητείας υποψήφιων κληρικών, με διετές πρόγραμμα, ένα έτος θεωρητική κατάρτιση και ένα έτος πρακτική άσκηση, με αποκλειστικό στόχο την κατάρτιση ιερέων και την αναβάθμιση του κλήρου. … το νομοσχέδιο προβλέπει παράλληλα τη συνένωση των ανώτατων εκκλησιαστικών ακαδημιών από τέσσερις σε δύο, στο ευρύτερο πλαίσιο εξορθολογισμού του ακαδημαϊκού χάρτη της χώρας, με βάση και τη ζήτηση των υποψηφίων και τις καλύτερες προοπτικές για τους νέους μας. Είναι αναγκαίος ο εξορθολογισμός και των δομών της τριτοβάθμιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης με τη συγχώνευση σε υφιστάμενες δομές ή τη μεταφορά τους σε συναφή τμήματα των ΑΕΙ με στόχο την ποιοτική τριτοβάθμια εκκλησιαστική εκπαίδευση”.

24. Επειδή, από τα αναφερόμενα ανωτέρω στις προπαρασκευαστικές εργασίες ψήφισης του νόμου δεν προκύπτουν, επί τη βάσει συγκεκριμένων στοιχείων, οι σχετικοί με την ορθολογική οργάνωση της τριτοβάθμιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης λόγοι που υπαγόρευσαν την επίμαχη ρύθμιση του άρθρου 241 του ν. 4823/2021 με την οποία παύει η λειτουργία της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης. Ειδικότερα, τα αναφερόμενα περί εξορθολογισμού της τριτοβάθμιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης “με τη συνένωση δυνάμεων σε υφιστάμενες δομές” εκφέρονται αορίστως, η δε ρύθμιση δεν συνοδεύεται από τεκμηριωμένη αξιολόγηση των υφισταμένων Ανώτατων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών, βάσει κριτηρίων συνδεομένων με τις λειτουργικές και οργανωτικές ανάγκες της τριτοβάθμιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης ανά τη χώρα για την εκπαίδευση ιερέων της επικρατούσας θρησκείας της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως απαιτείται βάσει της, κατά τα αναφερόμενα σε προηγούμενη σκέψη, απορρέουσας από το Σύνταγμα (άρθρα 26, 81, 101 και 103 επ.) αρχής της ορθολογικής οργάνωσης της δημόσιας διοίκησης. Η τεκμηρίωση δε αυτή δεν προκύπτει ούτε από τα αναφερόμενα ότι ο επιχειρούμενος με την επίμαχη διάταξη εξορθολογισμός της τριτοβάθμιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, με την κατάργηση της ΑΕΑ Θεσσαλονίκης, έγινε με βάση τη ζήτηση των υποψηφίων και την απορρόφηση στην αγορά και ότι από τα μη ιερατικά τμήματα η Εκκλησία της Ελλάδος έχει προσλάβει σε έντεκα χρόνια έναν απόφοιτο. Και τούτο διότι 
-ανεξαρτήτως του ότι η τελευταία διαπίστωση αφορά τα μη Ιερατικά Τμήματα των Α.Ε.Α. (και όχι το πρόγραμμα ιερατικών σπουδών) και του ότι, πάντως, δεν παρατίθενται συγκεκριμένα στοιχεία ως προς την λειτουργία και απορρόφηση των αποφοίτων του προγράμματος ιερατικών σπουδών της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης που παύει η λειτουργία του- η παροχή εκκλησιαστικής εκπαίδευσης για την κατάρτιση ιερέων της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος, ενόψει του εκτεθέντος ιδιαίτερου συνταγματικού καθεστώτος που τη διέπει, δεν μπορεί να βασίζεται σε σταθμίσεις οικονομικού χαρακτήρα, όπως είναι ο νόμος προσφοράς και ζήτησης που προσιδιάζει στην ελεύθερη αγορά. Εξ άλλου, το αναφερόμενο ότι ένα μόλις 10% του συνολικού αριθμού των κληρικών προέρχεται από τις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες οφείλεται στο γεγονός ότι ο αριθμός των αποφοίτων ιερέων των εν λόγω Ακαδημιών είναι μικρός σε σχέση με το σύνολο των κληρικών που στελεχώνουν την Εκκλησία και δεν συνδέεται με ελλιπή απορρόφηση των εν λόγω αποφοίτων από την Εκκλησία της Ελλάδος. Εν προκειμένω δε, η τεκμηρίωση της επίμαχης ρύθμισης ήταν αναγκαία διότι αυτή, ως εκ του περιεχομένου της, συνιστά υποβάθμιση της παρεχόμενης από το Κράτος εκκλησιαστικής εκπαίδευσης των θρησκευτικών λειτουργών της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία επιφέρει δυσμενείς συνέπειες στην στελέχωση με ιερείς της επικρατούσας θρησκείας της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδας, κυρίως των είκοσι έξι Μητροπόλεων της επικρατείας που ευρίσκονται στη Βόρεια Ελλάδα (Μακεδονία και Θράκη), ενόψει και του ότι, δεν είναι πλέον δυνατός ο διορισμός και η μισθοδοσία από το δημόσιο ιερέων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, κατ’ εξαίρεση δε μόνον προβλέπεται η δυνατότητα διορισμού ως ιερέων αποφοίτων της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για οικισμούς κάτω των 2.000 κατοίκων σε παραμεθόριες ή ακριτικές Μητροπόλεις υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 140 παρ. 4 του ν. 4823/2021· τούτο δε διότι, μετά την παύση λειτουργίας της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης η οποία επιβάλλεται με την επίμαχη ρύθμιση, υφίσταται πλήρης έλλειψη δομών εκκλησιαστικής εκπαίδευσης και κατάρτισης ιερέων της Ορθόδοξης Εκκλησίας στη Βόρεια Ελλάδα, οποιασδήποτε βαθμίδας, οι δε απομένουσες, βάσει της επίμαχης νομοθετικής μεταβολής, δομές εκκλησιαστικής εκπαίδευσης προς τον σκοπό αυτό -και μάλιστα οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες- βρίσκονται σε μεγάλη γεωγραφική απόσταση από τη Μακεδονία και τη Θράκη (στην Αθήνα και στην Κρήτη), γεγονός που καθιστά, εξ αντικειμένου, ιδιαιτέρως δυσχερή την πρόσβαση και τη φοίτηση σε αυτές προσώπων που επιθυμούν να γίνουν ιερείς και έχουν την κατοικία τους στη Βόρεια Ελλάδα. Εξ άλλου, η υποβάθμιση αυτή της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης και κατάρτισης ιερέων στη Βόρεια Ελλάδα δεν αντισταθμίζεται από την ίδρυση, με τον ίδιο ν. 4823/2021, σχολών μαθητείας υποψηφίων κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.) διότι οι δομές αυτές, (οι οποίες, εντασσόμενες στην μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση, δεν παρέχουν, άλλωστε, ίσης αξίας εκπαίδευση με τις τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ανώτατες εκκλησιαστικές ακαδημίες), δεν ιδρύονται στη Βόρεια Ελλάδα, αλλά πρόκειται να λειτουργήσουν, πλην της Σ.Μ.Υ.Κ. Ιωαννίνων (όπου καταργείται η Α.Ε.Α. της Βελλάς), στις ίδιες περιοχές που λειτουργούν ήδη ανώτατες εκκλησιαστικές ακαδημίες (Αθήνα και Κρήτη) και, επομένως, σε μεγάλη επίσης γεωγραφική απόσταση από τις γεωγραφικές περιφέρειες Μακεδονίας και Θράκης. Με τα δεδομένα αυτά, δεν προκύπτουν οι λόγοι ορθολογικής οργάνωσης του συστήματος εκκλησιαστικής εκπαίδευσης που επέβαλαν την προσβαλλόμενη ρύθμιση κατάργησης της ΑΕΑ Θεσσαλονίκης, με συνέπεια την αποστέρηση της Μακεδονίας και Θράκης από κάθε εκκλησιαστική δομή εκπαίδευσης και κατάρτισης ιερέων της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η δε επίμαχη διάταξη του άρθρου 241 του ν. 4823/2021, κατά το μέρος που αναφέρεται στην παύση λειτουργίας της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης και στην μεταφορά – συγχώνευση του προγράμματος ιερατικών σπουδών που αυτή προσέφερε στο αντίστοιχο πρόγραμμα της Α.Ε.Α. Αθηνών από το ακαδημαϊκό έτος 2022 – 2023, αντίκειται, ενόψει των ανωτέρω, στις διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 1, 13 και 16 του Συντάγματος, καθώς και στην κατοχυρούμενη στο άρθρο 103 του Συντάγματος αρχή της ορθολογικής οργάνωσης της δημόσιας διοίκησης. Μειοψήφησε ο Πάρεδρος Α. Χρυσικόπουλος, ο οποίος διατύπωσε την ακόλουθη γνώμη: Ο κοινός νομοθέτης διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια, ανέλεγκτη δικαστικά ως προς την ουσιαστική της ορθότητα, να προβαίνει στην αναδιοργάνωση, κατάργηση ή συγχώνευση των υφιστάμενων εκκλησιαστικών σχολών και των αντίστοιχων προγραμμάτων σπουδών κατ’ εκτίμηση των εκάστοτε συνθηκών και των εν γένει εκπαιδευτικών αναγκών (πρβλ. ΣτΕ 2573-2574/2021 επτ.), δεσμευόμενος, κατά τη θέσπιση των σχετικών ρυθμίσεων, από την απορρέουσα από το Σύνταγμα αρχή της ορθολογικής οργάνωσης της δημόσιας διοίκησης (πρβλ. ΣτΕ 1834/2021 Ολομ.). Εν προκειμένω, οι επίμαχες διατάξεις του άρθρου 241 παρ. 1 του ν. 4823/2021, κατά το μέρος που αφορούν την παύση λειτουργίας της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης, δεν συνιστούν, εκ μόνης της γεωγραφικής απόστασης των εναπομενουσών Ανώτατων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών από τη Βόρεια Ελλάδα, υποβάθμιση της παρεχόμενης από το Κράτος τριτοβάθμιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, δικαιολογούνται δε από την επιδιωκόμενη, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, “συνένωση δυνάμεων σε υφιστάμενες δομές”, εν όψει και της ίδρυσης, με το άρθρο 141 του ίδιου νόμου, σχολών μαθητείας υποψηφίων κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.) σε Αθήνα, Ιωάννινα και Κρήτη. Συνεπώς, κατά τη μειοψηφήσασα αυτή γνώμη, η επίμαχη ρύθμιση δεν αντίκειται στα άρθρα 3 παρ. 1, 13 και 16 του Συντάγματος ούτε στη συνταγματική αρχή της ορθολογικής οργάνωσης της δημόσιας διοίκησης.

25. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, το Τμήμα άγεται σε κρίση περί αντισυνταγματικότητας της διάταξης του άρθρου 241 παρ. 1 του ν. 4823/2021 κατά το μέρος που προβλέπει από το ακαδημαϊκό έτος 2022-2023 την παύση λειτουργίας της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης και την μεταφορά – συγχώνευση του προγράμματος ιερατικών σπουδών αυτής στο αντίστοιχο πρόγραμμα της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθηνών. Σύμφωνα, όμως, με τα οριζόμενα στην παράγραφο 5 του άρθρου 100 του Συντάγματος, η οποία προστέθηκε με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής (Α΄ 84), το ζήτημα της αντίθεσης ή μη προς το Σύνταγμα της εν λόγω διάταξης τυπικού νόμου πρέπει να παραπεμφθεί προς επίλυση στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας. Εξ άλλου, παρέλκει, επί του παρόντος, η απάντηση στους λόγους ακυρώσεως, με τους οποίους προβάλλεται α) ότι οι διατάξεις του άρθρου 241 παρ. 1 του ν. 4823/2021 αντίκεινται στην αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, διότι δεν προβλέπουν μεταβατικές διατάξεις που να μεταθέτουν τον χρόνο οριστικής κατάργησης της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης στην ολοκλήρωση των σπουδών των τελευταίων εισαχθέντων σε αυτές, β) ότι, κατά παράβαση των άρθρων 5 παρ. 1 και 16 παρ. 1 του Συντάγματος, οι φοιτητές του προγράμματος ιερατικών σπουδών της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης, το οποίο μεταφέρθηκε – συγχωνεύθηκε στο αντίστοιχο πρόγραμμα ιερατικών σπουδών της Α.Ε.Α. Αθηνών, εξαναγκάζονται να παρακολουθήσουν άλλο πρόγραμμα σπουδών από αυτό που υλοποιείτο στην Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης και γ) ότι υφίσταται παράλειψη έκδοσης των προβλεπόμενων στη διάταξη του άρθρου 241 παρ. 1 περ. β´ του ν. 4823/2021 προεδρικών διαταγμάτων και υπουργικής απόφασης προς ρύθμιση των αναφερομένων σ’ αυτήν ειδικότερων θεμάτων που ανακύπτουν από τη μεταφορά – συγχώνευση του προγράμματος ιερατικών σπουδών της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης στο αντίστοιχο πρόγραμμα της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθηνών. Και τούτο διότι, η απάντηση στους λόγους αυτούς προϋποθέτει την προηγούμενη επίλυση του ζητήματος της συνταγματικότητας της διάταξης του άρθρου 241 παρ. 1 περ. α´ του ν. 4823/2021, με την οποία έπαυσε η λειτουργία της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης. Κατόπιν τούτου, το Τμήμα κρίνει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 2 περ. α΄ και β΄ του π.δ. 18/1989, πρέπει η υπόθεση να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου και να ορισθεί εισηγήτρια η Σύμβουλος Αικατερίνη Ρωξάνα.

Δ ι ά τ α ύ τ α

Καταργεί εν μέρει τη δίκη κατά το μέρος που προσβάλλονται οι απορρίψεις από τη Διοίκηση των αιτήσεων χορήγησης στοιχείων και εγγράφων (υπό στοιχ. β΄ και δ΄ προσβαλλόμενες), σύμφωνα με το αιτιολογικό.

Απέχει να αποφανθεί οριστικώς, κατά τα λοιπά, και

Παραπέμπει την υπόθεση στην Ολομέλεια και ορίζει εισηγητή την Σύμβουλο Αικατερίνη Ρωξάνα.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 9 Μαΐου 2023

Ο Πρόεδρος του Γ΄ ΤμήματοςΗ Γραμματέας του Γ΄ Τμήματος

Γεώργιος Τσιμέκας Κωνσταντίνα Γκιώκα

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 2ας Νοεμβρίου 2023.

Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Η Γραμματέας

Δημήτριος Μακρής Ευαγγελία Παινέση
 

για τον "ΒΑΛΣΑΜΩΝ" συνδέσεις επικοινωνία συχνές ερωτήσεις όροι χρήσης Copyright © - Web Site by WeC.O.M.