ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΚΑ ΝΕΑ
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ
ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΝΕΑ
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ Ν.Υ. ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ
 
ή δοκιμάστε την προηγμένη αναζήτηση 

Αναλυτική Αναζήτηση
Χρησιμοποιήστε την αναλυτική αναζήτηση με φίλτρα για καλύτερα στοχευμένα αποτελέσματα
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΚΑ ΝΕΑ
ΣτΕ 3240/2015
Αριθμός Απόφασης : 3240
'Ετος : 2015
Δικαστήριο : Συμβούλιο της Επικρατείας



Αριθμός 3240/2015
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Γ΄


Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 14 Μαΐου 2015, με την εξής σύνθεση: Δ. Σκαλτσούνης, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση της Προέδρου του Τμήματος και του αρχαιοτέρου του Συμβούλου, που είχαν κώλυμα, Γ. Ποταμιάς, Α.- Μ. Παπαδημητρίου, Σύμβουλοι, Ι. Παπαγιάννης, Ε. Τζιράκη, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Ν. Βασιλόπουλος.
Για να δικάσει την από 14 Ιουλίου 2014 αίτηση:
του Ιερομονάχου π…., κατοίκου ***, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο … που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

κατά των: 1. Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο … *** που τον διόρισε με εντολή της Ιεράς της Συνόδου, και 2. Ιεράς Μητροπόλεως ***, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο …*** που τον διόρισε με πληρεξούσιο.

Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει να ακυρωθούν: 1. η υπ’ αριθ. 23/14.5.2014 απόφαση του δευτεροβαθμίου Συνοδικού Δικαστηρίου της Εκκλησίας της Ελλάδος, 2. η υπ’ αριθ. Φ.Α/231/7.3.2013 απόφαση του Μητροπολίτου *** και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Παρέδρου Ι. Παπαγιάννη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του αιτούντος, ο οποίος δήλωσε ότι παραιτείται του πρώτου και δευτέρου λόγου ακυρώσεως του δικογράφου και στη συνέχεια ανέπτυξε και προφορικά τους λοιπούς προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τους πληρεξουσίους των καθ’ων, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου  κ α ι

Α φ ο ύ  μ ε λ έ τ η σ ε  τ α  σ χ ε τ ι κ ά  έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε  κ α τ ά  τ ο ν  Ν ό μ ο

1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (1358136, 3918198/2014), ζητείται η ακύρωση της υπ’ αριθ. 23/2014 (14.5.2014) αποφάσεως του Δευτεροβαθμίου Συνοδικού Δικαστηρίου της Εκκλησίας της Ελλάδος για Πρεσβυτέρους, Διακόνους και Μοναχούς, με την οποία επιβλήθηκε στον αιτούντα ιερομόναχο, πρώην προσωρινό εφημέριο-ιεροκήρυκα της Ιεράς Μητροπόλεως ***, ποινή αργίας τεσσάρων (4) ετών από κάθε ιεροπραξία, χωρίς στέρηση αποδοχών, με ταυτόχρονη έκπτωση από τα οφφίκια του «αρχιμανδρίτη» και της «πνευματικής πατρότητος», για τα αναφερόμενα στην ανωτέρω απόφαση κανονικά αδικήματα. Επίσης ζητείται η ακύρωση της υπ’ αριθ. πρωτ. Φ.Α/231/7.3.2013 πράξεως του Μητροπολίτη **, με την οποία είχε απαγορευθεί προσωρινώς στον αιτούντα η τέλεση ιεροπραξιών, έως ότου εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση από το αρμόδιο εκκλησιαστικό «δικαστήριο» για τα ως άνω κανονικά αδικήματα.
2. Επειδή, ο αιτών με το από 23.4.2015 υπόμνημά του, καθώς και με προφορική δήλωση στο ακροατήριο του πληρεξουσίου δικηγόρου του, παραιτήθηκε από τον πρώτο και δεύτερο λόγο ακυρώσεως της κρινομένης αιτήσεως.
3. Επειδή, η δεύτερη από τις προσβαλλόμενες πράξεις (υπ’ αρ. Φ.Α/231/7.3.2013) του Μητροπολίτη *** εκδόθηκε κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 102 του ν. 5383/1932 περί εκκλησιαστικών δικαστηρίων (Α΄ 110), το οποίο ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι ο αρμόδιος Μητροπολίτης μπορεί να απαγορεύσει «προσωρινώς μέχρι της εκδόσεως της αποφάσεως του ΕκκλησιαστικούΔικαστηρίου πάσαν ιεροπραξίαν, άνευ στερήσεως μισθού» σε κληρικό ή ιερωμένο μοναχό «επί παντός (...) παραπτώματος κολαζομένου δια της ποινής της καθαιρέσεως, εφ’ όσον τούτο προεκάλεσε δημόσιον σκάνδαλον». Από την ανωτέρω διάταξη προκύπτει ότι η σχετική πράξη του Μητροπολίτη, ανεξαρτήτως της κατά περίπτωση εκτελεστότητάς της (ΣΕ 2310/2008, 2439/2001), είναι πάντως πράξη προσωρινής ισχύος, η οποία αποβάλλεται μόλις εκδοθεί σχετική απόφαση του εκκλησιαστικού «δικαστηρίου». Εν όψει των ανωτέρω, μετά την κρίση της υποθέσεως του αιτούντος από τα αρμόδια εκκλησιαστικά«δικαστήρια», η ως άνω προσβαλλόμενη πράξη του Μητροπολίτη *** -η οποία άλλωστε και ρητώς όριζε ότι θα ίσχυε «άχρι εκδόσεως τελεσιδίκου Αποφάσεως του αρμοδίου Εκκλησιαστικού Οργάνου»- απέβαλε σε κάθε περίπτωση την ισχύ της πριν την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως και προσβάλλεται, ως εκ τούτου, απαραδέκτως προεχόντως για το λόγο αυτόν (πρβλ. ΣΕ 808/2008, 2086/2003).
4. Επειδή, η ποινή της εκπτώσεως από εκκλησιαστικά οφφίκια απονεμόμενα προς υποβοήθηση της πνευματικής και λατρευτικής διακονίας και προς ανάδειξη εκκλησιαστικών προσώπων λόγω των πνευματικών κυρίως χαρισμάτων, ικανοτήτων και δραστηριοτήτων τους (άρθρο 2 του υπ’ αριθ. 142/1999 Κανονισμού περί απονομής εκκλησιαστικών οφφικίων της Ιεράς Συνόδου (Ι.Σ.) της Εκκλησίας της Ελλάδος, Α΄ 300) στερείται εκτελεστού χαρακτήρα, διότι αναφέρεται στην ιδιότητα του κληρικού ως θρησκευτικού λειτουργού και επηρεάζει μόνο την πνευματική σχέση αυτού με την Εκκλησία (ΣΕ 788, 411/2015 κ.ά.). Συνεπώς, η υπ’ αριθ. 23/2014 απόφαση του Δευτεροβαθμίου Συνοδικού Δικαστηρίου, καθ’ ο μέρος επέβαλε στον αιτούντα έκπτωση από τα οφφίκια του «αρχιμανδρίτη» και της «πνευματικής πατρότητος», προσβάλλεται απαραδέκτως με την υπό κρίση αίτηση, ως πράξη πνευματικής φύσεως στερούμενη εκτελεστότητας.
5. Επειδή, στο άρθρο 37 του ν. 590/1977 περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος (Α΄ 146) ορίζονται τα εξής: «1. Ο εφημέριος μεριμνά διά την λατρευτικήν και πνευματικήν ζωήν των ενοριτών και διά παν ζήτημα αφορών εις την πνευματικήν και υλικήν πρόοδον της Ενορίας. 2. Αι κεναί οργανικαί εφημεριακαί θέσεις πληρούνται μονίμως μεν δι’ εγγάμων πρεσβυτέρων, προσωρινώς δε και δι’ αγάμων, κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα, διά κανονιστικών αποφάσεων της Δ.Ι.Σ., εγκρινομένων υπό της Ι.Σ.Ι και δημοσιευομένων διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 3.΄Εγγαμοι εφημέριοι υπηρετούντες πέραν της πενταετίας προσωρινώς εις την αυτήν οργανικήν εφημεριακήν θέσιν καθίστανται αυτοδικαίως τακτικοί. 4. … 8. Του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου προεδρεύει κατά προτίμησιν εις των εχόντων πλείονα προσόντα τακτικών εφημερίων της ενορίας διοριζόμενος υπό του οικείου Μητροπολίτου. 9. …». Περαιτέρω, κατά το άρθρο 44 παρ. 1 του ν. 590/1977, «1. Τα παραπτώματα των κληρικών και μοναχών τα σχετικά προς τα καθήκοντα και τας επαγγελίας της ομολογίας αυτών, τα συνεπαγόμενα κανονικάς κυρώσεις, εκδικάζονται υπό των εκκλησιαστικώνδικαστηρίων. Ειδικός νόμος ρυθμίζει τα της ιδρύσεως, συγκροτήσεως, αρμοδιότητος και λειτουργίας των δικαστηρίων τούτων, μέχρι της εκδόσεως του οποίου εξακολουθεί ισχύων ο Ν. 5388/1932 "περί εκκλησιαστικών δικαστηρίων και της προ αυτών διαδικασίας".». Εξ άλλου, ο υπ’ αριθ. 2/1969 Κανονισμός περί Ιερών Ναών, Ενοριών και Εφημερίων της Ι.Σ. της Εκκλησίας της Ελλάδος (Α΄ 193/1970), όπως ίσχυε προ της θεσπίσεως του ισχύοντος ήδη υπ’ αριθ. 230/2012 Κανονισμού της Ι.Σ. περί Εφημερίων και Διακόνων (Α΄ 73), διατηρηθείς σε ισχύ και μετά τη θέσπιση του ν. 590/1977, κατά το άρθρο 67 αυτού, εφ’ όσον δεν αντέκειτο προς τις διατάξεις του νόμου τούτου, όριζε στα άρθρα 33 παρ. 1 και 4, 39 παρ. 6, 41 παρ. 2 και 45 παρ. 2 τα εξής: ’ρθρο 33: «1. Οι εφημέριοι των Ενοριακών Ναών, οι καταλαμβάνοντες οργανικάς εφημεριακάς θέσεις υπό την έννοια του παρόντος Κανονισμού, είναι τακτικοί, διοριζόμενοι υπό του οικείου Αρχιερέως ως ακολούθως: 2. ... 4. Εις την κενήν οργανικήν θέσιν και μέχρι της κατά τον παρόντα Κανονισμόν πληρώσεως αυτής διά τακτικού εφημερίου, ο οικείος Αρχιερεύς τοποθετεί προσωρινόν εφημέριον (άρθρ. 46 παρ. 4 Α.Ν. 2200) 40). 5. ...». Άρθρο 39: «6. Ασχέτως του αριθμού οικογενειών ενορίας τινός, εφ’ όσον αι πνευματικαί αυτής ανάγκαι απαιτούσι τον διορισμόν κληρικού καταλλήλου διά το κήρυγμα, την εξομολόγησιν, την κατηχητικήν διακονίαν και τα παρόμοια, δύναται ο Μητροπολίτης να διορίζη ως έκτακτον εφημέριον και Ιεροκήρυκα τοιούτον κληρικόν εκ των εχόντων τα νόμιμα προσόντα ιερομονάχων των εις Μονάς εγγεγραμμένων. Ούτος εντασσόμενος εις ην δικαιούται βάσει των προσόντων αυτού μισθολογικήν κατηγορίαν, δύναται να έχη δικαιοδοσίαν επί πλειόνων και μέχρι 10 ενοριών εχουσών ανάγκην του κατά τα άνω πνευματικού έργου κατά την κρίσιν του Μητροπολίτου, υπό τον όρον όπως ούτος περιορίζηται εις τα ανωτέρω πνευματικά καθήκοντα άνευ οιασδήποτε αναμίξεως εις τα καθήκοντα και δικαιώματα των εφημεριών (άρθρ. 51 παρ. 6 Α.Ν. 2200) 40 εν μέρει).». Άρθρο 41: «2. Μετάθεσις εφημερίου από οργανικής θέσεως εις ετέραν κενήν οργανικήν θέσιν, μέχρι πληρώσεως αυτής, γίνεται υπό του οικείου Αρχιερέως, υπό τύπον προσωρινής αποσπάσεως (άρθρ. 52 παρ. 2 Α.Ν. 2200) 40).». Άρθρο 45: «2. Οι καλούμενοι προσωρινώς εις χηρευούσας ενορίας Ιερομόναχοι παραμένουσιν εις αυτάς μέχρι της οριστικής πληρώσεως της θέσεως (άρθρ. 56 παρ. 2 Α.Ν. 2200) 40).». Ο ισχύων ήδη Κανονισμός 230/2012 της Ι.Σ. περί Εφημερίων και Διακόνων ρυθμίζει αντίστοιχα ζητήματα προς τα ανωτέρω με τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 3, 4 παρ. 4, 8, 14 παρ. 2 και 19. Στο τελευταίο από τα άρθρα αυτά (άρθρο 19), το οποίο αφορά το διορισμό ιερομονάχων ως προσωρινών εφημερίων-ιεροκηρύκων, ορίζονται ειδικότερα τα εξής: «1. Ασχέτως του αριθμού οικογενειών μιας ενορίας, εφ’ όσον οι πνευματικές ανάγκες της απαιτούν τον διορισμό Κληρικού καταλλήλου για το κήρυγμα, την εξομολόγηση, την κατηχητική διακονία και τα παρόμοια, μπορεί ο οικείος Μητροπολίτης να διορίζει, ως προσωρινό Εφημέριο και Ιεροκήρυκα, κληρικό κατάλληλο από όσους Ιερομονάχους είναι εγγεγραμμένοι στα Μοναχολόγια των Ιερών Μονών της οικείας Ιεράς Μητροπόλεως και έχουν τα νόμιμα προσόντα. Αυτός εντασσόμενος σε μισθολογική κατηγορία βάσει των προσόντων του, μπορεί να ασκεί τα ως άνω καθήκοντα σε περισσότερες από μία έως και δέκα ενορίες. Ο διοριζόμενος ως προσωρινός Εφημέριος και Ιεροκήρυκας, περιορίζεται αποκλειστικώς στα ανωτέρω πνευματικά καθήκοντα χωρίς καμία ανάμειξη στα καθήκοντα και δικαιώματα των τακτικών Εφημερίων. Αυτονόητο είναι ότι ο διοριζόμενος ως προσωρινός Εφημέριος και Ιεροκήρυκας, δεν μπορεί να είναι Πρόεδρος του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου της ενορίας ή των ενοριών, όπου διακονεί. 2. Ως προσωρινοί Εφημέριοι είναι δυνατόν να διορίζονται επίσης Ιερομόναχοι, υπό τις προϋποθέσεις της προηγουμένης παραγράφου, και στις περιπτώσεις των άρθρ. 4 παρ. 4 [κενές οργανικές θέσεις εφημερίων έως την πλήρωσή τους με τακτικούς εφημερίους] και άρθρ. 14 παρ. 2 [ανικανότητα εκτελέσεως εφημεριακών καθηκόντων λόγω νόσου του τακτικού εφημερίου] του παρόντος Κανονισμού. 3. [Εκλιπουσών] των πνευματικών αναγκών του διορισμού των προσωρινών κατά τα ανωτέρω Εφημερίων, ο οικείος και διορίσας αυτούς Μητροπολίτης δύναται να ανακαλέσει τον διορισμόν αυτών».
6. Επειδή, κατά τα παγίως γενόμενα δεκτά, οι αποφάσεις των εκκλησιαστικών οργάνων (εκκλησιαστικών «δικαστηρίων»), με τις οποίες επιβάλλονται σε κληρικούς και μοναχούς πνευματικής φύσεως ποινές προβλεπόμενες από πολιτειακό νόμο, όπως ιδίως η ποινή της αργίας από την τέλεση ιεροπραξιών, για παραπτώματα σχετικά με τα καθήκοντα και τις επαγγελίες της ομολογίας τους, έχουν εκτελεστό χαρακτήρα και υπόκεινται σε προσβολή με αίτηση ακυρώσεως μόνον εφ’ όσον επηρεάζουν υφιστάμενη σχέση του τιμωρουμένου με την Εκκλησία της Ελλάδος ή άλλα εκκλησιαστικάνομικά πρόσωπα και έχουν επιπτώσεις στα απορρέοντα από τη σχέση αυτή δικαιώματά του (ΣΕ 789/2015, 686/2011 επτ., 825/1988 ολομ. κ.ά.). Ειδικότερα, η ανωτέρω ποινή αργίας, εφ’ όσον περιορίζεται αποκλειστικώς στην απαγόρευση τελέσεως ιεροπραξιών και επιβάλλεται σε ιερομόναχο, έχει αμιγώς πνευματικό χαρακτήρα, ακόμη και αν αυτός κατέχει θέση προσωρινού εφημερίου κατά τις μνημονευθείσες διατάξεις των άρθρων 39 παρ. 6 του Κανονισμού 2/1969 και 19 του Κανονισμού 230/2012 της Ι.Σ. της Εκκλησίας της Ελλάδος. Και τούτο, διότι τα νόμιμα καθήκοντα των προσωρινών αυτών εφημερίων, τα οποία και μόνο επηρεάζονται από ποινή απαγορεύσεως ιεροπραξιών άνευ άλλων συνεπειών, είναι αμιγώς πνευματικά (κήρυγμα, εξομολόγηση, κατηχητική διακονία κ.τ.ο.), αφού απαγορεύεται ρητώς σε αυτούς οποιαδήποτε ανάμιξη στα πάσης φύσεως διοικητικά καθήκοντα και δικαιώματα των τακτικών εφημερίων (άρ. 39 παρ. 6 Καν. 2/1969 και άρ. 19 παρ. 1 Καν. 230/2012 της Ι.Σ.), ήδη δε και η κατοχή από αυτούς θέσεως προέδρου εκκλησιαστικούσυμβουλίου (άρ. 19 παρ. 1 Καν. 230/2012 της Ι.Σ.) (ΣΕ 789/2015, 411/2015, πρβλ. ΣΕ 2310/2008 κ.ά.). Η ανάκληση, εξ άλλου, για το μέλλον, του διορισμού (παύση) των ως άνω ιερομονάχων από θέσεις προσωρινών εφημερίων και η επαναφορά τους στην οικεία Ιερά Μονή, στην οποία οφείλουν κατ’ αρχήν να εγκαταβιώνουν λόγω του προέχοντος χαρακτήρα της μοναχικής τους ιδιότητας, υπάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του οικείου Μητροπολίτη (βλ. ήδη τη ρητή διάταξη του άρ. 19 παρ. 3 του Καν. 230/2012 της Ι.Σ.), δυναμένη να ασκηθεί οποτεδήποτε κατά τη διακριτική ευχέρεια αυτού (ΣΕ 411/2015, 1753/2008), χωρίς να κωλύεται η άσκησή της από τυχόν εκκρεμή πειθαρχική δίωξη του κληρικού ενώπιον των αρμοδίων εκκλησιαστικών οργάνων. Στα όργανα, άλλωστε, αυτά ουδεμία διοικητική αρμοδιότητα απονέμεται προς έλεγχο της τυχόν εκδιδόμενης από τον οικείο Μητροπολίτη πράξεως, με την οποία παύεται, κατά τα ανωτέρω, ο πειθαρχικώς διωκόμενος προσωρινός εφημέριος.
7. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, ο αιτών διορίσθηκε με την υπ’ αριθ. πρωτ. Φ.Α΄/518/6.6.2006 πράξη του Μητροπολίτη *** , κατ’ εφαρμογήν της διατάξεως του άρθρου 39 παρ. 6 του Κανονισμού 2/1969 της Ι.Σ., ως έκτακτος εφημέριος και ιεροκήρυκας του Ιερού Ναού Αγίας *** «α) λόγω των ποιμαντικών αναγκών των στρατευμένων στο στρατόπεδο της Ταξιαρχίας, β) των μαρτύρων του Ιεχωβά, που κατοικούν μονίμως στην Ενορία και διαθέτουν ευκτήριο οίκο, γ) της αδυναμίας των ηλικιωμένων εφημερίων και δ) των κάποιων κενών εφημεριακών θέσεων των πέριξ ενοριών, με την δικαιοδοσίαν της διακονίας της Θείας Λειτουργίας, του κηρύγματος, της εξομολογήσεως και του κατηχητικού έργου εις δέκα ενορίας γειτονικών [...] χωριών και οικισμών ...». Όπως, εξ άλλου, εκτίθεται στην από 5.12.2014 «έκθεση απόψεων-υπόμνημα» (σελ. 3, 10 και 11) της καθ’ ης η αίτηση Ιεράς Μητροπόλεως (I.M.) ***, καθώς και στην υπ’ αρ. πρωτ. Φ.Α/292/11.5.2015 σχετική βεβαίωση του Μητροπολίτη ***, οι λόγοι του ανωτέρω διορισμού του αιτούντος είχαν εκλείψει «ήδη από εξαετίας και πλέον, αφού ο τότε Αρχιμανδρίτης [αιτών] δεν παρέμεινε στην ακριτική [...] περιοχή που διορίσθηκε, αλλά κατήλθε στην πόλη της ***», του επιτράπηκε δε «δια λόγους επιεικείας να διαμείνει προσωρινά σε μικρή οικία δίπλα στο *** Ίδρυμα Περιθάλψεως Χρονίως Πασχόντων ‘Ο Άγιος ***  και κάλυπτε τις προσωρινές λειτουργικές ανάγκες του Ιερού Ναού Αγίου *** στην πόλη της *** ... Η οποιαδήποτε δραστηριότητά του αφορούσε αποκλειστικά εξομολόγηση ... Περαιτέρω, οι λειτουργικές ανάγκες του Ιερού Ναού Αγ. *** καλύφθηκαν νομίμως από άλλους ιερείς της Μητροπόλεως ...». Σύμφωνα, περαιτέρω, με τη μνημονευθείσα από 11.5.2015 βεβαίωση της Ι.Μ. ***, ο αιτών, ο οποίος είχε διορισθεί «με το υπ’ αριθμ. Φ.Α/518/6.6.2006 ως Εφημέριος-Ιεροκήρυκας του Ιερού Ναού Αγίας ***, αποσπάσθηκε κατόπιν προφορικής αιτήσεώς του και αποδοχής αυτής από [τον Μητροπολίτη] στον Ιερό Ναό Αγίου *** , διότι στην περιοχή που διορίσθηκε (***) είχαν πάψει να υφίστανται οι λόγοι για τους οποίους έγινε αυτός ο διορισμός. Τοποθετήθηκε δε άτυπα ως προσωρινός εφημέριος στον Ιερό Ναό Αγίου ***, προκειμένου να υποβοηθήσει τα καθήκοντα των εκεί υπηρετούντων, οργανικώς, εφημερίων, λόγω της ειδικής σύνθεσης του πληθυσμού της Ενορίας αυτής εκ του μουσουλμανικού στοιχείου». Τελικώς, με την υπ’ αρ. πρωτ. Φ.Α΄/409/4.6.2013 πράξη του Μητροπολίτη *** ο αιτών παύθηκε από τη θέση προσωρινού εφημερίου που κατείχε (από 6.6.2006), με την αιτιολογία ότι είχαν εκλείψει οι λόγοι για τους οποίους είχε διορισθεί, και του δόθηκε η εντολή να επιστρέψει στην Ιερά Μονή της μετανοίας του. Κατά της πράξεως αυτής του Μητροπολίτη ***, η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτούντα, όπως συνομολογείται με την αίτηση ακυρώσεως (σελ. 6), δεν ασκήθηκε ένδικο βοήθημα, όπως βεβαιώνει με την από 14.4.2015 έκθεση απόψεών της (αρ. πρωτ. 1777/28.4.2015) η Εκκλησία της Ελλάδος, χωρίς να προβάλλεται αντίθετος ισχυρισμός από τον αιτούντα. Με τα δεδομένα αυτά, η υπηρεσιακή σχέση του αιτούντος με την Ι.Μ. ***, η οποία συνεστήθη με την από 6.6.2006 πράξη διορισμού του ως προσωρινού εφημερίου-ιεροκήρυκα, είχε λυθεί ήδη με την ανωτέρω, από 4.6.2013 πράξη του Μητροπολίτη ***, όταν εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση του Δευτεροβαθμίου Συνοδικού Δικαστηρίου (14.5.2014). Συνεπώς, η απόφαση αυτή, κατά το μέρος που επέβαλε στον αιτούντα ποινή αργίας από την τέλεση ιεροπραξιών «δίχα στερήσεως αποδοχών», δεν επηρέασε πάντως υφισταμένη κατά το χρόνο εκδόσεώς της υπηρεσιακή σχέση του αιτούντος με την Ιερά Μητρόπολη *** και στερείται, προεχόντως για το λόγο αυτόν, εκτελεστότητας τούτο δε ανεξαρτήτως του ότι η ως άνω ποινή αργίας δεν θα είχε, ούτως ή άλλως, εκτελεστό χαρακτήρα όσον αφορά τις καθαρώς πνευματικής φύσεως συνέπειές της επί νομίμως ασκουμένων, κατά το χρόνο της επιβολής της, καθηκόντων προσωρινού εφημερίου. Ο προβαλλόμενος, εξ άλλου, με την αίτηση ακυρώσεως ισχυρισμός του αιτούντος, όπως αναπτύσσεται με το από 23.4.2015 υπόμνημά του, κατά τον οποίο τα επιληφθέντα της πειθαρχικής υποθέσεως εκκλησιαστικά «δικαστήρια» ακύρωσαν την από 4.6.2013 πράξη του Μητροπολίτη *** περί παύσεώς του από τη θέση του προσωρινού εφημερίου, δοθέντος ότι του επέβαλαν ποινή αργίας «δίχα στερήσεως αποδοχών», είναι, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, απορριπτέος ως στηριζόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση, δεδομένου ότι τα ανωτέρω εκκλησιαστικά όργανα δεν είχαν κατά νόμο ούτε βεβαίως άσκησαν εν προκειμένω οποιαδήποτε αρμοδιότητα αναφορικώς προς το ανωτέρω ζήτημα υπηρεσιακής καταστάσεως του αιτούντος. Εξ άλλου, από τα στοιχεία του φακέλου και ιδίως από τα υπ’ αριθ. πρωτ. Φ.Α/106/17.2.2011, Φ.Ν5/429/16.6.2011 και Ν5/429/16.6.2011 έγγραφα του Πρωτοσυγκέλλου της Ι.Μ. *** (το πρώτο) και του Μητροπολίτη *** ουδόλως προκύπτει ότι η τοποθέτηση του αιτούντος στον Ι.Ν. Αγίου *** έγινε δυνάμει νέας, αυτοτελούς πράξεως διορισμού του σε θέση προσωρινού εφημερίου στον εν λόγω Ιερό Ναό *** τούτο δε ανεξαρτήτως της αναθέσεως στον αιτούντα ορισμένων διοικητικής φύσεως καθηκόντων, όπως η υπογραφή εγγράφων και η ευθύνη του φιλοπτώχου ταμείου, ή του χαρακτηρισμού του ως «ιερατικώς» προϊσταμένου, η οποία δεν συνιστά, εν πάση περιπτώσει, νέο διορισμό του σε θέση εφημερίου. Σε κάθε περίπτωση, συνεπώς, η μόνη υπηρεσιακή σχέση του αιτούντος με την Ι.Μ. *** ήταν αυτή που είχε συσταθεί με την από 6.6.2006 πράξη διορισμού του. Η σχέση δε αυτή, όπως διαμορφώθηκε στη συνέχεια με τις μνημονευθείσες ενέργειες και έγγραφα της Ι. Μητροπόλεως, λύθηκε, εν πάση περιπτώσει, στις 4.6.2013 με την παύση του αιτούντος και την ανάκληση, για το μέλλον, του ως άνω μοναδικού διορισμού του, η οποία άλλωστε είχε ως συνέπεια και τη διακοπή της μισθοδοσίας του (σελ. 6 της αιτήσεως ακυρώσεως). Με τα δεδομένα αυτά, οι προβαλλόμενοι με τα υπομνήματα του αιτούντος (από 23.4.2015, 13.5.2015 και 20.5.2015) ισχυρισμοί, σύμφωνα με τους οποίους του είχαν ανατεθεί καθαρώς διοικητικής φύσεως καθήκοντα κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στον Ι.Ν. Αγίου ***, είναι απορριπτέοι προεχόντως ως αλυσιτελώς προβαλλόμενοι. Δεδομένου, τέλος, ότι, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η προσβαλλόμενη με την αίτηση ακυρώσεως απόφαση του Δευτεροβαθμίου Συνοδικού Δικαστηρίου στερείται εκτελεστότητας, όλοι οι προβαλλόμενοι κατ’ αυτής λόγοι ακυρώσεως πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτοι.
8. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.

Δ ι α  τ α ύ τ α

Απορρίπτει την αίτηση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Επιβάλλει στον αιτούντα τη δικαστική δαπάνη α) της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ, και β) της Ιεράς Μητροπόλεως ***, η οποία ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 22 Μαΐου 2015
Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Ο Γραμματέας

Δ. Σκαλτσούνης Ν. Βασιλόπουλος

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 3ης Σεπτεμβρίου 2015.
Η Πρόεδρος του Γ? Τμήματος Διακοπών Η Γραμματέας

Αικ. Συγγούνα Ελ. Κρασάκη

για τον "ΒΑΛΣΑΜΩΝ" συνδέσεις επικοινωνία συχνές ερωτήσεις όροι χρήσης Copyright © - Web Site by WeC.O.M.