ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΚΑ ΝΕΑ
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ
ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΝΕΑ
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ Ν.Υ. ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ
 
ή δοκιμάστε την προηγμένη αναζήτηση 

Αναλυτική Αναζήτηση
Χρησιμοποιήστε την αναλυτική αναζήτηση με φίλτρα για καλύτερα στοχευμένα αποτελέσματα
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΑΠ 1564/2010
Αριθμός Απόφασης : 1564
'Ετος : 2010
Δικαστήριο : Άρειος Πάγος


 

Αριθμός 1564/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Ελισάβετ Μουγάκου - Μπρίλλη, Προεδρεύουσα Αρεοπαγίτη, (κωλυομένου του Αντιπροέδρου), Λεωνίδα Ζερβομπεάκο, Δημήτριο Μαζαράκη, Νικόλαο Μπιχάκη και Κωνσταντίνο Τσόλα, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 21 Απριλίου 2010, με την παρουσία και της γραμματέως Φωτεινής Σαμέλη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: Χ, συζ...., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ***.

Του αναιρεσίβλητου: Ψ, κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του ***.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 29-7-2004 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Σερρών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 136/2005 του ίδιου Δικαστηρίου και 183/2008 του Εφετείου Θεσσαλονίκης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 15-12-2008 αίτησή της. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Νικόλαος Μπιχάκης ανέγνωσε την από 12-4-2010 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης.

Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος του αναιρεσίβλητου την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 431/1968 που ορίζει ότι από την έναρξη της ισχύος του νόμου, επιτρέπεται στους κατά την εποικιστική νομοθεσία κληρούχους ή εκποίηση ή η οπωσδήποτε διάθεση με δικαιοπραξίες εν ζωή των πάσης φύσεως κλήρων τους με τον μοναδικό περιορισμό της μη κατάτμησης των τεμαχίων της οριστικής διανομής, ο οποίος ισχύει και για κάθε περαιτέρω μεταβίβαση, προκύπτει ότι η απαγόρευση της κατάτμησης των τεμαχίων της οριστικής διανομής αποτελεί γενική αρχή που εφαρμόζεται στην μεταβίβαση της κυριότητας του κλήρου , όχι μόνον με τη βούληση του κληρούχου, αλλά και όταν αποκτάται η κυριότητα του κλήρου από τρίτον, χωρίς την θέληση του κληρούχου. Επομένως από τη ισχύ του α.ν. 431/1968 ο κληρούχος παύει να λογίζεται κατά πλάσμα νομέας του κλήρου , αν δεν το κατέχει πράγματικά, και είναι δυνατή η χωρίς τη θέληση του κτήση της νομής ολοκλήρου του κληροτεμαχίου, όχι όμως και του τμήματος του , γιατί στην περίπτωση αυτή επέρχεται κατάτμηση του κληροτεμαχίου. Η απαγόρευση δηλαδή της κατάτμησης δεν αναφέρεται μόνον στον κατά κυριότητα τεμαχισμό του κληροτεμαχίου, αλλά και στον κατά νομή τεμαχισμό, αφού διαφορετικά η κατάτμηση θα επιτυγχανόταν ισοδυνάμως με την απόκτηση μια φορά της νομής τμήματος του κληροτεμαχίου και την έκτοτε διαρκή προστασία έναντι τρίτων.

Συνεπώς είναι ανεπίτρεπτη όχι μόνον η κτήση της κυριότητας από τρίτο σε βάρος του κληρούχου ή των καθολικών ή των ειδικών διαδοχών του με τακτική ή έκτακτη χρησικτησία, αλλά και η λόγω συμπληρώσεως του χρόνου παραγραφής άρνηση αποδόσεως του κλήρου (Ολ. ΑΠ 15/2004). Εξ' ετέρου, κατά το άρθρο. 4 παρ.3 αριθμ. 4 του έτους 1969 κανονισμού της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος "περί οργανώσεως συγκροτήσεως και λειτουργίας του Οργανισμού Διοικήσεως και Διαχειρίσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας "ΟΔΔΕΠ" επί ακινήτων κτημάτων εφαρμόζονται αναλόγως οι ουσιαστικές και δικονομικές διατάξεις του ΑΝ. 1539/1939 "περί προστασίας των Δημοσίων Κτημάτων" καθώς και οι διατάξεις του ΝΔ 22.4/16-5-1926 "περί διοικητικής αποβολής από των Κτημάτων της Αεροπορικής Αμύνης κλπ". Επίσης σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 3 του ΝΔ. 3432/1955 περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της περί ΟΔΕΠ νομοθεσίας και κυρώσεως της υπ' αριθμό 1064 από 14-6-19'55 ΠΥΣ", η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 6 του Ν 4944/1931 εφαρμόζεται και επί των ακινήτων των Ιερών Μονών καθώς και επί της εν γένει Εκκλησιαστικής Περιουσίας, την οποία διαχειρίζεται ο ΟΔΔΕΠ. Τέλος κατά το άρθρο 62 παρ. 2 του Ν. 590/1977 "περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος", με τον οποίο καταργήθηκε και ο προαναφερόμενος Κανονισμός της Ιεράς Συνόδου, οι διατάξεις των άρθρων 4 και 23 του ΑΝ 1539/1939 " περί προστασίας των Δημοσίων Κτημάτων", όπως αυτός τροποποιήθηκε μεταγενέστερα, έχουν εφαρμογή και επί "κτημάτων", τα οποία ανήκαν στα αναφερόμενα στο άρθρο 1 παρ. 4 του ιδίου Νόμου Νομικά πρόσωπα, στα οποία συγκαταλέγονται και οι ενορίες με τους Ενοριακούς Ναούς τους. Από τον συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει, ότι, προκειμένου για κτήμα ενοριακού ναού ο χρόνος της κτητικής παραγραφής, ήτοι εκείνος της εκτάκτου χρησικτησίας μπορεί να αρχίσει από τις 23-2-1946 (χρονολογία εισαγωγής του ΑΚ) και να συμπληρωθεί μέχρι τις 18-6-1969(χρονολογία ενάρξεως της ισχύος του προαναφερομένου Κανονισμού της Ιεράς Συνόδου αριθμ. 19), υπό τον όρο ότι η νομή του κτήματος δεν είχε αφαιρεθεί, αλλά είχε παραχωρηθεί στον χρησιδεσπόζοντα από τον Ενοριακό Ναό έστω και ατύπως. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 4 του Ν.3127/2003, σε ακίνητο που βρίσκεται μέσα σε σχέδιο πόλεως ή μέσα σε οικισμό που προϋφίοταται του έτους 1923 ή μέσα σε οικισμό κάτω των 2,000 κατοίκων, που έχει οριοθετηθεί, ο νομέας του θεωρείται κύριος έναντι του Δημοσίου εφόσον α) νέμεται, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, αδιατάρακτως για δέκα (10) έτη το ακίνητο, με νόμιμο τίτλο από επαχθή αιτία, υπέρ του ιδίου ή του δικαιοπαρόχου του, που έχει καταρτισθεί και μεταγραφεί μετά την 23,2.1945, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη, ή β) νέμεται, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, το ακίνητο αδιαταράκτως για χρονικό διάστημα τριάντα (30) ετών, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη. Στο χρόνο νομής που ορίζεται στις περιπτώσεις α' και β' προσμετράται και ο χρόνος νομής των δικαιοπαρόχων που διανύθηκε με τις ίδιες προϋποθέσεις, Σε κακή πίστη βρίσκεται ο νομέας, εφόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1042 του ΑΚ. Από τη διάταξη τέλος, του άρθρου 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει, ότι λόγος αναίρεσης για ευθεία παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου ιδρύεται, αν αυτός δεν εφαρμοστεί, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της εφαρμογής του ή αν εφαρμοσθεί, ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν εφαρμοσθεί εσφαλμένα, αντιστοίχως δε, όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται, βάσει του πραγματικού κανόνα δικαίου για την επέλευση της απαγγελθείσας έννομης συνέπειας ή την άρνησή της. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο δέχθηκε τα ακόλουθα: "Στον πατέρα της ενάγουσας Π περιήλθε κατά κυριότητα δυνάμει του υπ' αριθμ. ... τίτλου κυριότητας της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος, που νόμιμα μεταγράφτηκε στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σερρών το υπ' αριθμ. 229 κληροτεμάχιο εμβαδού 3612 τ. μ., που βρίσκεται εντός του οικισμού του Δημοτικού Διαμερίσματος ... της περιφέρειας ... και συνορεύει δυτικά με το υπ' αριθμ. 228 κληροτεμάχιο Ιερού ναού .... Το έτος 1973 ο εν λόγω κληρούχος απεβίωσε, δυνάμει δε της ... δημοσίας διαθήκης του που συνετάγη ενώπιον του συμβολαιογράφου Σερρών ... και νόμιμα δημοσιεύθηκε εγκατάστησε κληρονόμο του κατά ψιλή κυριότητα στο ως άνω αγροτεμάχιο την ενάγουσα ενώ στην επικαρπία αυτού εγκατέστησε την σύζυγο του και μητέρα της ενάγουσας Μ, μετά τον θάνατο της τελευταίας το έτος 1983 ενώθηκε η ψιλή κυριότητα με την επικαρπία η δε ενάγουσα με την ... δήλωση της ενώπιον του συμβολαιογράφου Σερρών Δημητρίου Παπαδόπουλου αποδέχθηκε την ανωτέρω κληρονομιά του πατέρα της και μετέγραψε νόμιμα την δήλωση της, καταστάσα έτσι κυρία του ως άνω ακινήτου. Ωσαύτως επ' ονόματι του πατέρα της ενάγουσας Π εκδόθηκε ο υπ' αριθμ. ... τίτλος κυριότητος του τμήματος Εποικισμού-Αναδασμού της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Σερρών , που μεταγράφτηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών , δυνάμει του οποίου περιήρχετο σ' αυτόν κατά κυριότητα το υπ' αριθμ. 87ζ οικόπεδο (πρώην αγροτεμάχιο) εκτάσεως 1160 τ. μ. ευρισκόμενο νότια του προηγουμένου 229 αγροτεμαχίου και συνορεύον δυτικά με το υπ' αριθμ. 228 αγροτεμάχιο και εν μέρει με τη Δημοτική Οδό. Με την υπ' αριθμ. ... συμπληρωματική έκθεση δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς της γραμματέως του Πρωτοδικείου Σερρών, η ενάγουσα αποδέχθηκε και το κληρονομιαίο αυτό ακίνητο και την δήλωση της αυτή νομίμως μετέγραψε. Τα ως άνω ακίνητα τα οποία είχαν τον χαρακτήρα κληροτεμαχίου έως το έτος 1988 και των οποίων κατέστη αυτή κυρία, συνήνωσε ακολούθως σε ένα ενιαίο ακίνητο εμβαδού συνολικού 4772 τ.μ. Εξ' άλλου και ο Ιερός Ναός ... κατέστη κύριος κατόπιν παραχωρήσεως υπό του Ελληνικού Δημοσίου, δυνάμει του υπ' αριθμ. 162/24-5-1973 τίτλου κυριότητας της Διεύθυνσης Γεωργίας Σερρών που νόμιμα μεταγράφτηκε στα βιβλία μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Σερρών (τομ. 403 α/α 44539) την 3-7-1973, ενός κληροτεμαχίου με αριθμ. 228 εμβαδού 2.813 τ.μ. κείμενο στο αγρόκτημα ... και ομόρου προς το ως άνω ακίνητο της ενάγουσας, και το οποίο παραχωρήθηκε στον ως άνω Ιερό ναό ως Εφημεριακός Κλήρος που προέκυψε κατά τη οριστική διανομή του έτους 1936. Με την υπ' αριθμ. ΤΠ 1663/1-4-1987 απόφαση του Νομάρχη Σερρών , που τροποποιήθηκε με την ΕΠΑ 10217/1988 απόφαση του ιδίου Νομάρχη και δημοσιεύθηκε στο υπ' αριθμ. 616/24-8-1988 ΦΕΚ το αγροτεμαχιο (κληροτεμάχιο) αυτό εντάχθηκε στα όρια του οικισμού ... και έτσι από τότε κατέστη οικόπεδο , το ίδιο δε συνέβη και με τα προαναφερθέντα ακίνητα της ενάγουσας. Με την υπ' αριθμ. ... Πράξη του συμβολαιογράφου Σερρών Νικ. Αραπάκη, που νόμιμα μεταγράφτηκε στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σερρών, ο Ιερός Ναός κατέτμησε ολόκληρο το ως άνω ακίνητο του σε 5 διαιρετά αυτοτελή και άρτια οικοδομικά τμήματα. Μετά από πλειοδοτική δημοπρασία, ο εναγόμενος αγόρασε από τον Ιερό Ναό ... τα φέροντα τον αριθμό 4 και 5 εδαφικά τμήματα του μείζονος κληροτεμαχίου με αριθμό 228. Συγκεκριμένα με το υπ' αριθμ. ... συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Σερρών Νικ. Αραπάκη, που νόμιμα μεταγράφτηκε(τόμος 1675 α/α 244)στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σερρών κατέστη κύριος του του υπ' αριθμ. 4 οικοπεδικού τμήματος εμβαδού 508,90 τ.μ. που βρίσκεται στην βορειοανατολική πλευρά του μείζονος αγροτεμαχίου με αριθμ. 228, ενώ δυνάμει του υπ' αριθμ. ... συμβολαίου του ιδίου ως άνω συμβολαιογράφου, που μεταγράφτηκε νόμιμα(τομ. 1690 /α 278)κατέστη κύριος του υπ' αριθμ. 5 οικοπεδικού τμήματος εμβαδού 524,35 τ.μ., που βρίσκεται στην νοτιανατολική πλευρά του μείζονος πρώην κληροτεμαχίου με αριθμ. 228.Το επίδικο εμβαδού 1000 τ.μ. περίπου έχει σχήμα παραλληλόγραμμο συνορεύει ανατολικά με υπόλοιπο ακίνητο της ενάγουσας με (αριθμ. 229 πρώην κληροτεμάχιο), βόρεια με δημοτική οδό, νότια με δρόμο και δυτικά με το υπ' αριθμ. 228 (πρώην κληροτεμάχιο) και ήδη οικόπεδο ιδιοκτησίας Ιερού Ναού .... Το επίδικο ακίνητο ως αποδεικνύεται από το σύνολο των προσκομισθέντων αποδεικτικών μέσων εμπίπτει καθολοκληρίαν στους τίτλους με τους οποίους ο εναγόμενος απέκτησε την κυριότητα των δύο εδαφικών τεμαχίων εμβαδού αντιστοίχως 508,90 τ.μ. και 524,35 τ.μ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι από τις αρχές του έτους 1970 περίπου ο πατέρας της ενάγουσας Π λόγω του ότι ο ..., κύριος ομόρου ακινήτου από τα ανατολικά του ακινήτου της ενάγουσας μετατόπισε το δυτικό όριο του κτήματος του και κατέλαβε έκταση περί τα 500 τ.μ. περίπου από την ανατολική πλευρά του ομόρου κτήματος (κληροτεμαχίου αριθμ. 229) αυτού (πατέρα της ενάγουσας) και αυτός με τη σειρά του μετακίνησε τα δυτικά όρια του κληροτεμαχίου 229 και εν μέρει του 86ζ αγροτεμαχίου του προς τα δυτικά και κατέλαβε το επίδικο εδαφικό τμήμα, που αποτελούσε το ανατολικό τμήμα του ομόρου υπ' αριθμ. 228 κληροτεμαχίου. Έκτοτε και μέχρι του επισυμβάντος το έτος 1973 θανάτου του κατείχε και εξουσίαζε αυτό ως κύριος καλλιεργώντας τούτο, όπως και το υπόλοιπο κληροτεμάχιο του με σιτηρά. Μετά τον θάνατο του η ενάγουσα, που ζούσε στην ..., εξακολούθησε να κατέχει και να καλλιεργεί το επίδικο δια του αντιπροσώπου αδελφού της, το έτος δε 1981 στο βόρειο τμήμα αυτού (επιδίκου) επιμελήθηκε δυνάμει της ... οικοδομικής άδειας την ανέγερση κτίσματος,το οποίο έμεινε ημιτελές. Το έτος 1999 ο Ιερός Ναός ...περιέφραξε τμήμα της επίδικης έκτασης, και συγκεκριμένα εκείνο στο οποίο υπήρχε το ημιτελές κτίσμα, η δε ενάγουσα επεδίωξε με αίτηση της ενώπιον του Ειρηνοδικείου Σερρών την λήψη ασφαλιστικών μέτρων σε βάρος του Ιερού Ναού, η συζήτηση όμως της αίτησης εκείνης εν τέλει ματαιώθηκε. Όμως συμφώνως προς τα προεκτεθέντα στην μείζονα σκέψη της παρούσας, το επίδικο που αποτελούσε τμήμα του μείζονος κληροτεμαχίου (με αριθμό 228 της διανομής του έτους 1936) και είχε παραχωρηθεί δυνάμει του προαναφερθέντος τίτλου του έτους 1973 στον Ιερό Ναό ... πριν από την ένταξη του στον οικισμό ..., που έλαβε χώρα κατά το έτος 1988, ως προεκτάθηκε, δεν ήταν δεκτικό νομής χρησιδεσποτείας, διότι μια τέτοια νομή οδηγούσε σε κατάτμηση του κληροτεμαχίου ( 228 ) της οριστικής διανομής, ούτε άλλωστε μια τέτοια νομή ηδύνατο να αρχίσει και να οδηγήσει σε κτήση κυριότητος με τακτική ή έκτακτη χρησικτησία από δε του έτους 1988 και έως την άσκηση της αγωγής (2004) δεν συμπληρώθηκε εικοσαετία, θα πρέπει να λεχθεί ότι προ του έτους 1970 δεν αποδείχθηκε ότι ο πατέρας της ενάγουσας ασκούσε πράξεις νομής επί του επιδίκου, αφού και ο μάρτυρας της ενάγουσας ουδέν περί τούτου κατέθεσε. Εξ' άλλου, εφόσον επρόκειτο για κτήμα Ενοριακού Ναού, τούτο μετά το έτος 1969, κατά τα προεκτεθέντα, ήταν κατ' εφαρμογή και επί αυτού των διατάξεων του άρθρου 4 και 23 αν. 1539/1939 δημόσιο κτήμα και δεν ηδύνατο μέχρι του έτους 2000 και 2001 να αποκτηθεί κυριότητα επ' αυτού με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, παρά μόνον εάν η χρησικτησία συμπληρωνόταν από 23-2-1946 έως 18-8-1969 και εφόσον είχε παραχωρηθεί στον πατέρα της ενάγουσας η νομή τούτου, πράγμα το οποίο όμως ουδόλως αποδείχθηκε. Ενόψει πάντων των ανωτέρω κατά τα έτη 2000 και 2001, που το επίδικο μεταβιβάστηκε κατά κυριότητα με τα προαναφερθέντα πωλητήρια συμβόλαια του Ιερού Ναού στον εναγόμενο, η ενάγουσα και ήδη αναιρεσείουσα δεν ήταν κυρία αυτού παραγώγως, αλλά ούτε είχε καταστεί κυρία του επιδίκου με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, ως αβάσιμα διατείνεται στην αγωγή της, η οποία για τον λόγο αυτό πρέπει ν' απορριφθεί ως αβάσιμη κατ' ουσίαν". Ακολούθως το Εφετείο έκανε δεκτή την έφεση του αναιρεσιβλήτου, και αφού εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση που είχε δεχθεί ως βάσιμη την αγωγή, απέρριψε αυτήν ως αβάσιμη κατ' ουσίαν. Με αυτά που δέχτηκε και, έτσι, που έκρινε το Εφετείο, δεν παραβίασε τις ανωτέρω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις, καθώς και την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 4 ν. 3127/2003,η οποία δεν έχει εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση, αφού η χρησικτησία αντιτάσσεται μόνο έναντι του Δημοσίου και όχι έναντι των άλλων ν.π.δ.δ. στα οποία εκτείνεται η προστασία του α.ν. 1539/1939. Επομένως, οι δύο πρώτοι λόγοι της αίτησης από τον αριθμ. 1 του άρθρου 559, που υποστηρίζουν τα αντίθετα, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.

Με τον τρίτο λόγο της αίτησης και κατ' ορθή εκτίμησή του, αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθ. 11γ του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. πλημμέλεια διότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του την κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης ..., αφού προέβη σε λανθασμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας του. Ο λόγος αυτός που αποδίδει στο Εφετείο πλημμέλεια αναγόμενη στην εκτίμηση του περιεχομένου μαρτυρικής κατάθεσης, είναι αποριπτέος ως απαράδεκτος (άρθρο 561 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 15-12-2008 αίτηση της Χ, για αναίρεση της 183/2008 απόφασης του Εφετείου Θεσσαλονίκης.

Και

Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα, στις 23 Ιουνίου 2010.

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις 18 Νοεμβρίου 2010.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

για τον "ΒΑΛΣΑΜΩΝ" συνδέσεις επικοινωνία συχνές ερωτήσεις όροι χρήσης Copyright © - Web Site by WeC.O.M.