ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΚΑ ΝΕΑ
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ
ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΝΕΑ
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ Ν.Υ. ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ
 
ή δοκιμάστε την προηγμένη αναζήτηση 

Αναλυτική Αναζήτηση
Χρησιμοποιήστε την αναλυτική αναζήτηση με φίλτρα για καλύτερα στοχευμένα αποτελέσματα
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
Εισαγγελέας Εφετών Πειραιώς (απόφαση) 2/2002
Πηγή : Αρμενόπουλος 2002, 1208
Αριθμός Απόφασης : 2
'Ετος : 2002
Δικαστήριο : Εισαγγελέας Εφετών Πειραιώς


[...] Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων:  α') 18 του ν.δ. της 22.4/16.5.1926, «περί απαγορεύσεως λήψεως προσωρινών μέτρων κατά του Δημοσίου», που διατηρήθηκε σε ισχύ, αφού δεν καταργήθηκε, με τα άρθρ. 1 εδ. ε', 4, 39, 51 ΕισΝΚΠολΔ.  β') 22 παρ. 1 και 2 του α.ν. 1539/1938, «περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων», όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρ. 30 του ν. 3800/57, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρ. 52 παρ. 18 ΕισΝΚΠολΔ (ΑΠ 799/81 ΝοΒ 30.431).  γ') 36 παρ. 1 και 2 του α.ν. 1539/1938. δ') 1 παρ. 1 του α.ν. 263/68 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων περί δημοσίων κτημάτων», προκύπτει ότι : ε') Στην ενώπιον του Εισαγγελέα Πρωτοδικών διαδικασία, διάδικοι είναι, αφενός μεν ο ιδιώτης, που αμφισβητεί τη νομή του Δημοσίου και αποβλήθηκε από το επίδικο ακίνητο από τα όργανα αυτού, αφετέρου δε το Δημόσιο, όταν αποβλήθηκε από τη νομή του, ή αμφισβητεί τη νομή του ιδιώτη (Τζίφρας, Ασφ. Μέτρα, 1985, 421). στ') Θεμελιώδης προϋπόθεση της εισαγγελικής δικαιοδοσίας και αρμοδιότητας, που ερευνάται αυτεπαγγέλτως, και που, όταν αυτή λείπει, απορρίπτεται η αίτηση ως απαράδεκτη, κατ' άρθρο 4 ΚΠολΔ (Τζίφρας, άνω, σ. 420, ΕισΕφΑθ 29/81 ΕλλΔνη 23. 274), αναλογικά εφαρμοζόμενο, είναι ότι η αμφισβήτηση της διακατοχής υφίσταται μεταξύ του Δημοσίου αφενός και του ιδιώτη αφετέρου, και όχι μεταξύ του Δημοσίου αφενός και του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου αφετέρου, ή μεταξύ των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου αφενός και αφετέρου, ή, τέλος, μεταξύ του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου αφενός και του ιδιώτη αφετέρου, διότι στις περιπτώσεις αυτές, μόνον από τα πολιτικά (και διοικητικά) δικαστήρια δύναται να ζητηθεί έννομη προστασία. ζ') Τότε μόνον η εισαγγελική δικαιοδοσία και αρμοδιότητα υφίσταται και μεταξύ του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (ως αιτούντος ή καθού) αφενός και του ιδιώτη (ως καθού ή αιτούντος) αφετέρου, όταν ειδικά και ρητά ο νομοθέτης επεξέτεινε τη δικαιοδοσία αυτήν (εισαγγελική) και στα νομικά τούτα πρόσωπα δημοσίου δικαίου, ως π.χ. έπραξε: κατ' άρθρ. 1 παρ. 1 (62 ν. 1416/84 - 3 παρ. 11 ν. 2307/95) ν.δ. 31/1968 για τους Δήμους και τις Κοινότητες, κατ' άρθρ. 2 παρ. 5 α.ν. 489/1968 για τον Ο.Α.Π., κατ' άρθρ. 14 παρ. 3 (9 ν. 513/76) α.ν. 627/1968 για τον Ο.Σ.Κ., κατ' άρθρ. 26 παρ. 3 ν. 2218/1994 για τις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις. Αντίθετα, δεν εφαρμόζεται π.χ. η εισαγγελική δικαιοδοσία: κατ' άρθρ. 19 α.ν. 1846/1951 για το Ι.Κ.Α., κατ' άρθρ. 1 παρ. 1, 17 παρ. 1 ν.δ. 2963/1954 για τον Ο.Ε.Κ., κατ' άρθρ. 1 παρ. 1, 7 παρ. 5 ν.δ. 3620/1956 - 1 παρ. 1 β.δ. 24.1/12.2.1957 για τα Νομαρχιακά Ταμεία, κατ' άρθρ. 1 ν.δ. 4366/1964 - 1 ν.δ. 1369/1973 για την Ε.Τ.Β.Α., κατ' άρθρ. 1, 2 β.δ. 532/1972 για τον Ο.Σ.Ε., κατ' άρθρ. 1 παρ. 4, 62 παρ. 2 ν. 590/1977 για την Εκκλησία της Ελλάδος, τις Μητροπόλεις, τις Ενορίες, τους Ιερούς Ναούς, τις Ιερές Μονές, την Αποστολική Διακονία, τον Ο.Δ.Ε.Π., το Τ.Α.Κ.Ε., το Διορθόδοξο Κέντρο. (Για υπό στ' και ζ' : βλ. Τζίφρα, άνω, σελ. 427, 428 - ΕισΕφ Πατρ 5/79, ΝοΒ 27, 1691 - ΕισΕφΠατρ 10/91, ΝοΒ 39, 1116, ΕισΕφΠατρ 10/92, ΕλλΔνη 34, 1597, Εισ ΕφΠατρ 3/95, ΕλλΔνη 36.1679, ΕισΕφΠατρ 1/98, ΝοΒ 47, 808. Contra, ΕισΠρΑθ 28/95, ΝοΒ 44, 75, που δέχθηκε ότι το Ε.Τ.Μ.Ο.Α., κατ' άρθρ. 3 παρ. 4 β.δ. 23.1/9.2.1937, υπάγεται στην εισαγγελική δικαιοδοσία, ενώ, σύμφωνα με την παραπάνω νομολογία και τη γραμματική διατύπωση της διάταξης, δεν υπάγεται σ' αυτήν, αφού το άνω β.δ. εκδόθηκε πριν από την έκδοση του α.ν. 1539/38, χωρίς να προκύπτει μεταγενέστερη επέκταση τούτου σ' αυτό). η') Με τον νόμο ΚΙ'/1864 κυρώθηκε η Συνθήκη μεταξύ Ελλάδος, Γαλλίας, Μεγάλης Βρετανίας και Ρωσίας, για την 'Ενωση της Επτανήσου με την Ελλάδα, και όλα τα εδάφη του άλλοτε, διά της Συνθήκης των Παρισίων της 5.11.1815, αναγνωρισθέντος Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων - Ιόνιος Πολιτεία -, προσαρτήθηκαν στο Βασίλειο της Ελλάδος. Δια των άρθρ. 10-15 του νόμου ΡΝ'/1866, «Περί εισαγωγής εν Επτανήσω της εν τω λοιπώ Βασιλείω ισχυούσης νομοθεσίας», διατηρήθηκε και αναγνωρίσθηκε η Εγχώριος Περιουσία των Ιονίων Νήσων, όπως αυτή εννοιολογικά είχε προσδιορισθεί, με βάση τις αρχές του Συντάγματος του 1817 και τις εκδοθείσες με βάση αυτό Πράξεις, ΚΣΤ' της Ε' Γερουσίας του 1834 και Ι' της Η' Γερουσίας του 1845. Από τα ανωτέρω νομοθετήματα προκύπτει ότι, κατά την 'Ενωση της Επτανήσου με την Ελλάδα (1864), στο Ελληνικό Δημόσιο, ως διάδοχο του Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων, δεν περιήλθε και η εγχώριος περιουσία των Ιονίων Νήσων, αλλ' εξακολούθησε αυτή να ανήκει στην ιδιοκτησία της κάθε μιας νήσου (σχετ. ΑΠ 340/85 ΝοΒ 34, 76). Με μεταγενέστερα δε νομοθετήματα (ν. 2355/1920 και άρθρ. 15 ν. 514/1943, που καταργήθηκαν με το άρθρ. 84 παρ. 5 ν. 1416/84), ρυθμίστηκαν ειδικά τα της διαχειρίσεως της Εγχωρίου Περιουσίας της νήσου Κύθηρα. θ') 'Ετσι, κατ' άρθρ. 84 παρ. 1 έως 4 του ν. 1416/ 84 : παρ. 1: Η «εγχώρια περιουσία των νήσων Κύθηρα και Αντικύθηρα» αποτελεί διακοινοτική (ήδη διαδημοκοινοτική, κατ' άρθρ. 1 παρ. 5 του ν. 2539/97), περιουσία των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης των Κυθήρων και Αντικυθήρων. Η περιουσία αυτή περιλαμβάνει: 'Ολες τις εκτάσεις των νησιών, είτε είναι κοινόχρηστες δασικές ή χορτολιβαδικές, είτε αγροτικά ή αστικά ή άλλης κατηγορίας ακίνητα, που δεν ανήκουν σε ιδιώτες, ή βάσει νόμιμων τίτλων κτήσης κυριότητας στο δημόσιο, σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, ή σε κατ' ιδίαν κοινότητες. Επίσης, την κινητή και ακίνητη περιουσία των ιερών προσκυνημάτων της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας, της Αγίας Μόνης και του Αγίου Ιωάννου του «εν κρημνώ» και των ανηκόντων σ' αυτά παρεκκλησίων. Και, τέλος, τις νησίδες που βρίσκονται γύρω από τα Κύθηρα. Παρ. 2 : Η διαχείριση της περιουσίας... ανήκει αποκλειστικά στην «Επιτροπή Εγχώριας Περιουσίας», που αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, με έδρα την Κοινότητα (Δήμο) Κυθήρων ... Παρ. 3: Η επιτροπή, όσον αφορά την διαχείριση της «εγχώριας περιουσίας» έχει, χωρίς εξαίρεση, όλες τις αρμοδιότητες, δικαιώματα και υποχρεώσεις που έχουν οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, για την διαχείριση της δημοτικής και κοινοτικής περιουσίας... . Έχει, επίσης όλα τα μέσα έννομης προστασίας της «εγχώριας περιουσίας» που έχει το δημόσιο και οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, για την προστασία των δημοσίων, δημοτικών και κοινοτικών κτημάτων. παρ. 4 : Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται εφάπαξ, με πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών, ρυθμίζονται οι επί μέρους αρμοδιότητες, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις της επιτροπής, όσον αφορά την διαχείριση και την έννομη προστασία της εγχώριας περιουσίας... ι') Με βάση τα υπό η' και θ' εκτεθέντα, με σαφήνεια προκύπτει ότι η «Επιτροπή Εγχώριας Περιουσίας» των νήσων Κύθηρα και Αντικύθηρα είναι Ν.Π. Δ.Δ., για το οποίο ισχύει, συντρεχούσης περιπτώσεως, η εισαγγελική δικαιοδοσία, αφού η διάταξη του άρθρ. 84 παρ. 3 εδ. β' του ν. 1416/84, για την έννομη προστασία της εγχώριας περιουσίας, ρητά επεξέτεινε αυτήν, παραπέμποντας στην έννομη προστασία που έχει το δημόσιο και οι Ο.Τ.Α. για τα δημόσια, δημοτικά ή κοινοτικά κτήματα, στην έννοια δε αυτής (έννομης προστασίας) περιλαμβάνεται και το άρθρ. 22 του α.ν. 1539/1938, ως και το άρθρ. 1 παρ. 1 (62 ν. 1416/ 84 - 3 παρ. 11 ν. 2307/95) του ν.δ. 31/1968. ια') Συνεπώς, αρμοδίως η Εισαγγελέας Πρωτοδικών Πειραιώς επελήφθη της υπ' αριθμ. 6377/01 αίτησης για λήψη ασφαλιστικών μέτρων και αρμοδίως εξέδωσε την προσβαλλόμενη υπ' αριθμ. 3/01 απόφασή της, αρμοδίως δε επί της υπ' αριθμ. 1/01 παρούσας ανακοπής επιλαμβάνεται και ο Εισαγγελέας Εφετών Πειραιώς. Ο ισχυρισμός του καθού - ανακόπτοντος Γ.Α., που διατυπώθηκε στα υπομνήματά του, ο οποίος αφορά, εμμέσως πλην σαφώς, έλλειψη ενεργητικής νομιμοποιήσεως (68 ΚΠολΔ), που ερευνάται αυτεπαγγέλτως (73 ΚΠολΔ), ότι δηλαδή με τη σύσταση των νέων δήμων (Καποδίστριας) η εγχώρια περιουσία ανήκει στο Δήμο Κυθήρων (άρα αυτός έπρεπε να υποβάλει την αίτηση για λήψη ασφαλιστικών μέτρων) και όχι στο προαναφερόμενο Ν.Π.Δ.Δ., είναι αβάσιμος, το μεν διότι, κατ' άρθρ. 1 παρ. 5 του ν. 2539/97, η Κοινότητα Κυθήρων (μετ' άλλων) αποτελεί τον Δήμο Κυθήρων, η δε Κοινότητα Αντικυθήρων ουδεμία μεταβολή υπέστη, το δε διότι, κατ' άρθρ. 16 • 2 του π.δ. 272/85, που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του άρθρ. 84 παρ. 4 ν. 1416/94, το νομικό πρόσωπο «Επιτροπή Εγχώριας Περιουσίας Κυθήρων και Αντικυθήρων» λογίζεται ότι ενεργεί για δικό του λογαριασμό και όχι ως αντιπρόσωπος και για λογαριασμό των κοινοτήτων (ήδη Δήμου - Κοινότητας), που τούτο σημαίνει, αφενός μεν ότι το άνω Ν.Π.Δ.Δ. είναι ίδιον και αυτοτελές, χωριστό (των Ν.Π.Δ.Δ.) του Δήμου Κυθήρων και της Κοινότητας Αντικυθήρων, αφετέρου δε ότι με την επελθούσα ανωτέρω νομοθετική μεταβολή (ν. 2539/97), δεν μεταβλήθηκε και το ιδιοκτησιακό καθεστώς «της εγχώριας περιουσίας» των νήσων Κύθηρα και Αντικύθηρα, και αφού η διοίκηση και διαχείριση αυτής ασκείται από την «Επιτροπή Εγχώριας Περιουσίας» (άρθρ. 3 παρ. 1 π.δ. 272/85), που είναι Ν.Π.Δ.Δ., αυτό ipso jure νομιμοποιείται ενεργητικά (ή παθητικά) στην έννομη προστασία αυτής, τηρουμένων προς τούτο και των διατάξεων (ΕισΕφΠειρ 1/02), των άρθρ. 64 παρ. 2, 67 παρ. 1 ΚΠολΔ, ως και αυτών των άρθρ. 93 παρ. 1 και 100 παρ. 1 π.δ. 410/95, περί Δ.Κ.Κ. ιβ') Επειδή, από την ενώπιον του Εισαγγελέα Πρωτοδικών διαδικασία, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρ. 22 παρ. 1 και 2 του α.ν. 1539/38, λείπουν λεπτομερειακές διατάξεις για τη ρύθμιση της διακατοχής, είναι δυνατόν αυτές αναλογικά να συμπληρωθούν, τόσον από τις γενικές όσο και από τις ειδικές (άρθρ. 974-998) περί νομής και κατοχής διατάξεις του ΑΚ, καθώς επίσης και από αυτές του Κ ΠολΔ, αν εκ της εφαρμογής αυτών δεν θίγονται θεμελιώδη δικαιώματα των διαδίκων (ΕισΕφΘεσ 11/86, Αρμ 41.134). ιγ') Κατ' άρθρ. 992 ΑΚ, οι αξιώσεις από τη νομή και τη διατάραξη παραγράφονται μετά ένα έτος από την αποβολή ή τη διατάραξη (ΑΠ 1897/99, ΕλλΔνη 41.1646). Όπως δε συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρ. 261 και 992 ΑΚ, η υποβολή αίτησης λήψης ασφαλιστικών μέτρων δεν διακόπτει την ενιαύσια παραγραφή των αξιώσεων από την αποβολή ή τη διατάραξη της νομής, διότι η αίτηση για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων δεν είναι αγωγή, που εισάγει την αξίωση περί νομής για οριστική διάγνωση, και συνεπώς η αίτηση και η διαδικασία που ακολουθεί σε πρώτο και δεύτερο βαθμό, όπως και η εκτέλεση της απόφασης, δεν διακόπτουν την παραγραφή (Τζίφρας, Ασφ. Μέτρα, 1976, σελ. 404-405, ΑΠ 575/89 ΝοΒ 39, 54, σημ.). Τέλος, ο ανακόπτων -καθού η αίτηση- δεν μπορεί να προβάλει το πρώτο στον Εισαγγελέα Εφετών, διά της ανακοπής του, τον ισχυρισμό περί ενιαυσίου παραγραφής της επιδίκου αξιώσεως, κατ' άρθρ. 992 ΑΚ, αν δεν τον είχε προβάλει και πρωτοδίκως, εκτός εάν συντρέχει κάποια περίπτωση από αυτές που περιλαμβάνονται στα άρθρ. 269 και 527 του ΚΠολΔ (ΕισΕφΠατρ 11/93, ΕλλΔνη 34.1599). ιδ') Από το υπάρχον στη δικογραφία συνολικό αποδεικτικό υλικό πιθανολογήθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Με την υπ' αριθμ. 6377/01 αίτηση για λήψη ασφαλιστικών μέτρων νομής ενώπιον της Εισαγγελέως Πρωτοδικών Πειραιώς, το Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Επιτροπή Εγχώριας Περιουσίας» των νήσων Κύθηρα και Αντικύθηρα ζήτησε ν' αναγνωρισθεί νομέας της στην αίτηση αναφερομένης λεπτομερώς, κατά τόπο, θέση, όρια, εμβαδόν, έκτασης, λόγω αποβολής αυτού εξ αυτής από τον ιδιώτη Γ.Α., που έλαβε χώρα - κατά την αίτηση - προ τετραμήνου περίπου από της συντάξεως αυτής (8.6.01). Κατά τη συζήτηση της αίτησης ενώπιον της Εισαγγελέως Πρωτοδικών Πειραιώς, την 6.7.01, ο καθού η αίτηση ιδιώτης Γ.Α. πρότεινε το πρώτον την ένσταση της ετήσιας παραγραφής της εκ της νομής αξιώσεως του άνω Ν.Π.Δ.Δ. (βλ. πρακτικά) και διά μαρτύρων και εγγράφων διετείνετο την επίρρωση και πιθανολόγηση αυτής. Η Εισαγγελέας Πρωτοδικών Πειραιώς απέρριψε την ένσταση, δεχθείσα ως χρόνον αποβολής αυτόν της αίτησης (Φεβρουάριος 2001). Με την υπ' αριθμ. 3/01 απόφασή της έγινε εν μέρει δεκτή η υπ' αριθμ. 6377/01 αίτηση, για λήψη ασφαλιστικών μέτρων, του άνω αιτούντος - καθού η ανακοπή - Ν.Π.Δ.Δ., κατά του άνω καθού - ανακόπτοντος - ιδιώτη, και διετάχθη η επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, επί οικοπεδικής εκτάσεως 550 τ.μ., που βρίσκεται στον Αυλαίμονα Κυθήρων, της πρώην κοινότητας Μητάτων, απαγορευομένης κάθε διακατοχικής πράξεως στον καθού Γ.Α. επί της εκτάσεως αυτής, σιγή δε απορρίφθηκε η ανταίτηση του καθού η αίτηση - ανακόπτοντος Γ.Α., περί άρσεως της εκδοθείσας επί της άνω αιτήσεως προσωρινής διαταγής (άρθρ. 691 παρ. 2 ΚΠολΔ), υποβληθείσα κατά τη συζήτηση (βλ. πρακτικά της 6.7.01). Στη συνέχεια ο ιδιώτης τούτος άσκησε την παρούσα (1/01) ανακοπή, στο τέταρτο κεφάλαιο της οποίας, ως λόγον ανακοπής, προτείνει το σφαλερό της κρίσεως της Εισαγγελέως Πρωτοδικών Πειραιώς επί της ήδη πρωτοδίκως υπ' αυτού προταθείσης άνω ενστάσεως της ετήσιας παραγραφής. Από το αποδεικτικό υλικό και ιδίως από το επίσημο απόσπασμα των πρακτικών της 3ης συνεδρίασης της 4.5.00 της «Επιτροπής Εγχώριας Περιουσίας», σαφώς πιθανολογείται ότι η (φερόμενη) κατάληψη του επιδίκου ακινήτου από τον ιδιώτη και συνεπώς η (φερόμενη) αποβολή του άνω Ν.Π.Δ.Δ. εξ αυτού έλαβε χώρα τουλάχιστον προ της 27.4.00. Και τούτο διότι ο Πρόεδρος του άνω Ν.Π.Δ.Δ., την 27.4.00, εγγράφως προσκάλεσε τα λοιπά μέλη της Επιτροπής, για να έλθουν σε συνεδρίαση την 4.5.00, προκειμένου ν' αποφασίσουν, όπως και αποφάσισαν, εκδοθείσης της προς τούτο υπ' αριθμ. 51/4.5.00 αποφάσεως της άνω Επιτροπής, για χορήγηση αδείας προς άσκηση οιασδήποτε δικαστικής ή εξώδικης ενέργειας και πρόσληψη δικηγόρου, για τον λόγο ότι, κατά το 10ον θέμα της ημερησίας διάταξης, που ο Πρόεδρος της Επιτροπής εισηγήθηκε, «ο Γ.Α. έχει καταπατήσει έκταση της εγχωρίου Περιουσίας στον Αυλαίμονα Κυθήρων και για το λόγο αυτόν η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει κάποια μέτρα». Δηλαδή η Επιτροπή εξουσιοδότησε τον δικηγόρο του Δ.Σ.Α. Χ.Μ. (πρόσληψη δικηγόρου), να προβεί (παροχή αδείας) σε οποιαδήποτε δικαστική ή εξώδικη ενέργεια, ενώπιον οποιασδήποτε δικαστικής αρχής, οποιουδήποτε βαθμού (άρα και σε υποβολή αίτησης στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς ασφαλιστικών μέτρων νομής), γιατί ο ιδιώτης Γ.Α. προ της 27.4.00 (τουλάχιστο) κατέλαβε (φέρεται) ακίνητο του άνω Ν.Π. Δ.Δ., και συνεπώς προ της 27.4.00 (τουλάχιστον) απεβλήθη (φέρεται) το άνω Ν.Π.Δ.Δ. εξ αυτού. Ο ανωτέρω δικηγόρος, για την αποβολή αυτήν, υπέβαλε στην Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς την 6377/8.6.01 αίτηση για λήψη ασφαλιστικών μέτρων νομής, την 19.6.01, δηλαδή σε χρόνο που είχε ήδη συμπληρωθεί, την 27.4.01, η ετήσια παραγραφή της εκ της νομής αξιώσεως του άνω Ν.Π.Δ.Δ. ιε') Νόμιμα συνεπώς και στους δύο βαθμούς (Εισαγγελείς Πρωτοδικών - Εφετών) προτάθηκε από τον ιδιώτη - καθού η αίτηση - ανακόπτοντα Γ.Α. η ένσταση της ετήσιας παραγραφής της εκ της νομής αξιώσεως της Επιτροπής Εγχώριας Περιουσίας Κυθήρων - Αντικυθήρων και επομένως εσφαλμένως και παρά τον νόμον η Εισαγγελέας Πρωτοδικών Πειραιώς ερμήνευσε και εφήρμοσε την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρ. 992 ΑΚ. Ενόψει των ανωτέρω, πρέπει η υπό κρίση ανακοπή να γίνει τυπικά και ουσιαστικά δεκτή, να εξαφανισθεί η ανακοπτόμενη απόφαση, ν' απορριφθεί η αίτηση της «Επιτροπής Εγχώριας Περιουσίας» Κυθήρων - Αντικυθήρων, λόγω παραγραφής της εκ της νομής αξιώσεως του άνω Ν.Π. Δ.Δ., απορριπτομένης ταυτόχρονα της ανταίτησης του ιδιώτη - καθού η αίτηση - ανακόπτοντος Γ.Α. περί άρσεως της επί της αιτήσεως προσωρινής διαταγής, ως άνευ αντικειμένου, παρελκομένης της ερεύνης των λοιπών λόγων ανακοπής.
για τον "ΒΑΛΣΑΜΩΝ" συνδέσεις επικοινωνία συχνές ερωτήσεις όροι χρήσης Copyright © - Web Site by WeC.O.M.