ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΚΑ ΝΕΑ
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ
ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΝΕΑ
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ Ν.Υ. ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ
 
ή δοκιμάστε την προηγμένη αναζήτηση 

Αναλυτική Αναζήτηση
Χρησιμοποιήστε την αναλυτική αναζήτηση με φίλτρα για καλύτερα στοχευμένα αποτελέσματα
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΑΠ 150/1994
Πηγή : Εφημερίς Ελλήνων Νομικών 1995, 73
Αριθμός Απόφασης : 150
'Ετος : 1994
Δικαστήριο : ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ


Αριθμός 150/1994
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α΄ Πολιτικό Τμήμα


ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους δικαστές Απόστολο Μουστακόπουλο, Αντιπρόεδρο, Νικόλαο Βάρδα, Αγησίλαο Μπακόπουλο, Διονύσιο Κατσιρέα και Διονύσιο Κονδύλη, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 29 Νοεμβρίου 1993, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Σπυρόπουλου (ο Εισαγγελέας είχε κώλυμα να μετάσχει) και της Γραμματέως Βασιλικής Σαμίου για να δικάσει μεταξύ:

Τ η ς  αναιρεσείουσας:Ι. Μ. Α. Π. (που αποτελεί Ν.Π.Δ.Δ.), που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Α.Τ..

Τ ο υ  αναιρεσίβλητου: Σωματείου με την επωνυμία "Α. Α. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ" που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Α.Τ..

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 31 Μαρτίου 1987 αγωγή που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 7774/1991 του ίδιου Δικαστηρίου και 4989/1992 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητά η αναιρεσείουσα με την από 15 Σεπτεμβρίου 1992 αίτηση.

Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω, ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Νικόλαος Βάρδας ανέγνωσε την έκθεσή του με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή της αιτήσεως. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και ο πληρεξούσιος του αναιρεσίβλητου την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντιδίκου στη δικαστική δαπάνη.

Ο Εισαγγελέας πρότεινε την παραδοχή της αιτήσεως.


Σ Κ Ε Φ Θ Η Κ Ε  ΣΥ Μ Φ Ω Ν Α  Μ Ε  Τ Ο  Ν Ο Μ Ο

 
Επειδή σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 4, 18, 19 του ν. ΓΥΙΔ/1909 «Περί Γενικού Εκκλησιαστικού Ταμείου και Διοικήσεως Μοναστηρίων» που διατηρήθηκε σε ισχύ με τα άρθρα 99 του ΕΝΑΚ, 7 παρ. 2 και 25 ν.4684/30, 1 του ν.1918/42 και μόνο του ν.2067/52, η περιουσία του κειρομένου μοναχού περιέρχεται αυτοδικαίως στη Μονή εγκαταβιώσεως, στα μοναχολόγια της οποίας εγγράφεται, μετά από αφαίρεση της νόμιμης μοίρας υπέρ των αναγκαίων κληρονόμων. Επίσης, οι περιερχόμενες στο μοναχό μετά την είσοδό του στη Μονή, κληροδοσίες, δωρεές καθώς και κληρονομίες ανήκουν στη Μονή και ο μοναχός διατηρεί μόνο το δικαίωμα της επικαρπίας στο ήμισυ της περιερχόμενης στη Μονή περιουσίας, ενώ αντίθετα η περιουσία που αποκτά ο μοναχός μετά την κουρά από άλλη μη χαριστική αιτία περιέρχεται στον ίδιο προσωπικώς ο οποίος μπορεί να την διαθέσει, αλλά όχι με χαριστικές δικαιοπραξίες. Εάν δεν την διαθέσει η περιουσία αυτή μετά τον θάνατό του περιέρχεται κατά το ήμισυ στον ΟΔΕΠ και κατά το άλλο ήμισυ στη Μονή. Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο που δίκασε, δέχθηκε, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, τα εξής, κατά την ανέλεγκτη κρίση του. Ο Γ.Π., προσήλθε στην Ι. Μ. Κοιμήσεως Θεοτόκου Πεντέλης στις 20.1.40 και εκάρη μοναχός σ'αυτήν, στα μοναχολόγια της οποίας γράφτηκε με το όνομα Γ.. Στις 6.8.1947 απολύθηκε κανονικά από την ανωτέρω Μονή. Στις 2.8.1978, αφού στο μεταξύ χειροτονήθηκε διάκονος και στη συνέχεια πρεσβύτερος, ο ανωτέρω ιερομόναχος εντάχθηκε στην αναιρεσείουσα Ι. Μ. Α. Π., στα μοναχολόγια της οποίας γράφτηκε, παραμένοντας ως μοναχός μέχρι του θανάτου του που επήλθε στις 21.3.1983, χωρίς ποτέ να αποχωρήσει (οριστικά) κατά νόμιμο τρόπο από την αναιρεσείουσα Μονή, καίτοι αυτός κατά το μέχρι του θανάτου του χρονικό διάστημα υπηρέτησε ως Εφημέριος σε διάφορους Ναούς των Αθηνών χωρίς όμως να του έχει παρασχεθεί σχετική άδεια του Ηγουμένου συμβουλίου της αναιρεσείουσας προς διαβίωση εκτός αυτής. Στο μεταξύ στις 2.3.1979 απεβίωσε η αδελφή αυτού Β.Π., στην κληρονομία της οποίας περιλαμβάνεται και ένα διαμέρισμα πολυκατοικίας, το οποίο ο ίδιος με την ιδιότητα του μοναδικού εξ αδιαθέτου κληρονόμου πούλησε πριν από τον θάνατό του, αφού προηγουμένως προέβη σε αποδοχή της κληρονομίας αυτής μεταγράφοντας την σχετική δήλωση, προς το αναιρεσίβλητο σωματείο δυνάμει του υπ' αριθ. 5416/1983 συμβολαίου της συμβ/φου Αθηνών Ε.Β.. Μετά απ' αυτά το Εφετείο έκρινε μεταξύ άλλων ότι η ανωτέρω εκποιητική δικαιοπραξία είναι άκυρη (ως εμπράγματη σύμβαση), αφού ο πωλητής δεν ήταν κύριος (εκ κληρονομίας) του πωληθέντος ακινήτου κατά τον χρόνο της πωλήσεως, αλλά τέτοια κυρία είχε καταστεί και ήταν η αναιρεσείουσα Μονή με κληρονομικό δικαίωμα έναντι της αποβιώσασας αδελφής του ιερομονάχου Γ.Π., όχι όμως στο ακέραιο αλλά κατά το ήμισυ εξ αδιαιρέτου, διότι κατά το άλλο ήμισυ εξ αδιαιρέτου η κληρονομία περιήλθε στον ΟΔΕΠ, με αποτέλεσμα να γίνει δεκτή κατά του αναιρεσιβλήτου, ως κατόχου του ανωτέρω ακινήτου, η ένδικη αγωγή της αναιρεσείουσας, η οποία είχε προβεί σε δήλωση αποδοχής της ανωτέρω κληρονομίας και σε μεταγραφή αυτής για διεκδίκηση του πωληθέντος ακινήτου, κατά ένα μέρος και όχι στο σύνολό της, όπως αυτή ζητούσε. Με το να αποφανθεί έτσι το Εφετείο, να δεχθεί δηλαδή ότι όχι ολόκληρη η ανωτέρω κληρονομία αλλά το ήμισυ αυτής περιήλθε στην αναιρεσείουσα, ενώ αυτό συμβαίνει, όπως προαναφέρθηκε μόνο επί της ιδίας περιουσίας του Μοναχού την οποία αυτός καταλείπει κατά το θάνατό του, παραβίασε τις αναφερόμενες στην αρχή διατάξεις, όπως βάσιμα υποστηρίζει η αναιρεσείουσα με τον μοναδικό λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ. Επομένως πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση ως προς την ανωτέρω διάταξη και να παραπεμφθεί η υπόθεση που χρειάζεται διευκρίνιση, για περαιτέρω εκδίκαση, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 580 παρ. 3 ΚΠολΔ και 32 παρ.6 ν. 2172/93 όπως η πρώτη διάταξη αντικαταστάθηκε με το άρθρο 31 του ίδιου ν. 2172/93, στο Εφετείο Αθηνών, το οποίο θα συσταθεί από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που εξέδωσαντην αναιρούμενη απόφαση. Η δικαστική δαπάνη των διαδίκων πρέπει να συμψηφισθεί στο σύνολό της για εύλογη, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, αμφιβολία των, ως προς την έκβαση της δίκης (άρθ. 179 ΚΠολΔ).

Γ ι α  τ ο υ ς  λ ό γ ο υ ς  α υ τ ο ύ ς


Αναιρεί την υπ'αριθμό 4989/1982 απόφαση του Εφετείου Αθηνών κατά τα διαλαμβανόμενα στο σκεπτικό.
Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο Εφετείο Αθηνών, το οποίο θα συσταθεί από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων, που εξέδωσαν την αναιρεθείσα απόφαση. Και
Συμψηφίζει στο σύνολο της την δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Ιανουαρίου 1994 και δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 19 Ιανουαρίου 1994.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

για τον "ΒΑΛΣΑΜΩΝ" συνδέσεις επικοινωνία συχνές ερωτήσεις όροι χρήσης Copyright © - Web Site by WeC.O.M.