ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΚΑ ΝΕΑ
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ
ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΝΕΑ
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ Ν.Υ. ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ
 
ή δοκιμάστε την προηγμένη αναζήτηση 

Αναλυτική Αναζήτηση
Χρησιμοποιήστε την αναλυτική αναζήτηση με φίλτρα για καλύτερα στοχευμένα αποτελέσματα
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΣτΕ 4069/1996
Αριθμός Απόφασης : 4069
'Ετος : 1996
Δικαστήριο : Συμβούλιο της Επικρατείας


Αριθμός 4069/1996

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Γ'

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 14 Δεκεμβρίου 1995, με την εξής σύνθεση: Γ. Γραίγος, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Γ. Παπαμεντζελόπουλος, Π. Πικραμμένος, Σύμβουλοι, Μ. Γκορτζολίδου, Γ. Τσιμέκας, Πάρεδροι. Γραμματέας η Σ. Χάρου.

Γ ι α  να δικάσει την από 2 Νοεμβρίου 1989 έφεση:

τ ω ν : 1) Ιεράς Μητρόπολης Αττικής, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Ν.Μ. (Α.Μ. 9569) που τον διόρισε με πληρεξούσιο ο αρχιμανδρίτης Χ.Κ., 2) του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, με την επωνυμία Ι. Ν. Ζ. Π. Ν. Λιοσίων Αττικής, το οποίο παρέστη με τον δικηγόρο Ν.Μ. (Α.Μ. 9569), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

κ α τ ά  του Δ.Γ., κατοίκου Ν. Λιοσίων Αττικής, κατοίκου Ν. Λιοσίων Αττικής, οδός Ζ. Π., αρ. 12, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Η.Α. (Α.Μ. 9168), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

κ α ι  κ α τ ά της υπ' αρ. 1402/89 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Παρέδρου Μ. Γκορτζολίδου. Κατόπιν, το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των εκκαλούντων, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους εφέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η έφεση και τον πληρεξούσιο του εφεσιβλήτου, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της. Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι ,

Α φ ο ύ  μ ε λ έ τ η σ ε  τ α  σ χ ε τ ι κ ά  έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε  κ α τ ά  τ ο  Ν ό μ ο

1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση εφέσεως έχουν καταβληθεί τα νόμιμα τέλη και το παράβολο (αριθμοί γραμματίων 3722814-5/89, 1292604, 3256688/89).

2. Επειδή, με την έφεση αυτή ζητείται η εξαφάνιση της 1402/1989 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία έγινε δεκτή αίτηση ακυρώσεως του ήδη εφεσιβλήτου κατά της υπ' αριθ. Δ. 945/20.10.1988 αποφάσεως του Μητροπολίτου Αττικής, με την οποία, κατόπιν της υπ' αριθ. 6/9.1.1988 γνωμοδοτήσεως του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου του Ιερού Ναού Ζωοδόχου Πηγής Ν. Λιοσίων Αττικής, ο εφεσίβλητος απολύθηκε από την θέση δεξιού ιεροψάλτου, που κατείχε στον εν λόγω Ναό.

3. Επειδή, από τις διατάξεις του άρθρου 53 του Κανονισμού υπ' αριθμ. 2 της 28.4/20.7.1969 "Περί Ιερών Ναών, Ενοριών και Εφημεριών" (Β 193), οι οποίες προβλέπουν ότι οι ψάλτες διορίζονται και παύονται από τον οικείο Μητροπολίτη, μετά από γνώμη του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου και δεν θέτουν περιορισμούς στην άσκηση του δικαιώματος του ψάλτου να παραιτηθεί από τη θέση στην οποία διορίσθηκε, συνάγεται ότι οι ψάλτες μπορούν ελεύθερα να παραιτηθούν από τη θέση τους. Αρμόδιος εξ άλλου, για την αποδοχή της παραιτήσεως ψάλτου, ελλείψει ειδικής αντίθετης διατάξεως, είναι ο οικείος Μητροπολίτης, ο οποίος είναι κατά το νόμο αρμόδιος για το διορισμό και την παύση των ψαλτών. Κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων πρέπει, καταρχήν, να παρέχεται στον παραιτούμενο ψάλτη ο χρόνος για τυχόν ανάκληση της υποβληθείσης παραιτήσεώς του, η οποία ανάκληση μπορεί να συναχθεί και από το γεγονός ότι ο ψάλτης παραμένει στη θέση του και εξακολουθεί να παρέχει τις υπηρεσίες του, τις οποίες δέχεται η διοίκηση του Ιερού Ναού και να ασκεί τα καθήκοντά επί εύλογο χρονικό διάστημα, η συνδρομή του οποίου κρίνεται κάθε φορά από το Δικαστήριο. Αν και κατά τη γνώμη του Προεδρεύοντος Συμβούλου κ. Γ. Γραίγου για την ανατροπή των εννόμων συνεπειών της υποβαλλομένης εκ μέρους του ιεροψάλτου παραιτήσεως, απαιτείται ρητή, έγγραφη ανάκληση της τελευταίας από τον ενδιαφερόμενο.

4. Επειδή στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Ο εφεσίβλητος, τέως δεξιός ιεροψάλτης του Ιερού Ναού Ζωοδόχου Πηγής Νέων Λιοσίων, διορίσθηκε στη θέση αυτή σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 64 Α.Ν. 2200/1940 και 53 του προαναφερθέντος υπ' αριθ. 2 της 28.4/20.7.1969 Κανονισμού της Εκκλησίας της Ελλάδος, με την Δ. 728/8.6.1971 απόφαση της Ιεράς Μητροπόλεως Αττικής και Μεγαρίδος, μετά από σχετική γνωμοδότηση του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου του ως άνω Ιερού Ναού. Στις 25.3.1988 ο εφεσίβλητος υπέβαλε προς το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο του εν λόγω Ναού την έγγραφη παραίτησή του για λόγους υγείας και επαγγελματικών απασχολήσεων. Ρητή αποδοχή της παραιτήσεως αυτής από τον αρμόδιο Μητροπολίτη δεν ακολούθησε, ο δε εφεσίβλητος παρέμεινε στη θέση του και συνέχισε να ασκεί τα καθήκοντά του. Το γεγονός της χειροθεσίας του ως Αναγνώστου του εν λόγω Ιερού Ναού, η τέλεση της οποίας έγινε στις 14.4.1988, σύμφωνα με τους ιερούς εκκλησιαστικούς κανόνες, ενίσχυσε στον εφεσίβλητο, σύμφωνα με το σχετικό ισχυρισμό του ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου, την πεποίθηση ότι η παραίτησή του δεν έγινε αποδεκτή. Στις 20.10.1988 εκδόθηκε η προσβληθείσα ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών υπ' αριθ. 945/20.10.1988 απόφαση του Μητροπολίτου Αττικής, με την οποία κατόπιν της από 9.10.1988 γνωμοδοτήσεως του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου του Ιερού Ναού Ζωοδόχου Πηγής Ν. Λιοσίων, γίνεται αποδεκτή η από 25.3.1988 παραίτηση του εφεσιβλήτου και απολύεται αυτός από τη θέση του. χτσι όμως η από 9.10.1988 γνωμοδότηση του ως άνω Εκκλησιαστικού Συμβουλίου ελήφθη αφού παρήλθε χρονικό διάστημα επτά περίπου μηνών κατά το οποίο ο εφεσίβλητος παρείχε στο Ναό ανελλιπώς τις υπηρεσίες του και συνεπώς δεν είναι νόμιμη τόσο αυτή όσο και η προαναφερθείσα από 20.10.1988 απόφαση του Μητροπολίτου Αττικής, η οποία στηρίχθηκε σ' αυτήν, διότι κατά τα ήδη εκτεθέντα, η ανάκληση της παραιτήσεως μπορεί να συναχθεί από το ότι ο εκδηλώσας την πρόθεση να παραιτηθεί, συνεχίζει να παρέχει τις υπηρεσίες του για σημαντικό χρονικό διάστημα, δεν έχει δε κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, μεσολαβήσει έγγραφη αποδοχή της παραιτήσεως του από το αρμόδιο όργανο. Με τα δεδομένα αυτά, ορθώς, αν και με διαφορετική αιτιολογία, η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε ότι είναι μη νόμιμη η προσβληθείσα με την αίτηση ακυρώσεως απόφαση του Μητροπολίτου Αττικής, είναι δε απορριπτέος ως αβάσιμος ο λόγος εφέσεως με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα.

5. Επειδή, περαιτέρω ο λόγος εφέσεως, σύμφωνα με τον οποίο η αποδοχή της παραίτησης και η απόλυση του εφεσιβλήτου από τον αρμόδιο Μητροπολίτη Αττικής, δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα, λόγω της παρόδου της προβλεπομένης από το άρθρο 255 του Π. Δ/τος 611/1977 τρίμηνης προθεσμίας από της υποβολής της παραιτήσεως και αποτελεί ενδεχομένως καταγγελία σύμβασης εξηρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου για την οποία αρμόδια είναι τα πολιτικά δικαστήρια, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι ο Υπαλληλικός Κώδικας δεν έχει εν προκειμένω, εφαρμογή, δοθέντος ότι οι Ιεροψάλτες δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι, αλλά αποτελούν τον κατώτερο κλήρο της Εκκλησίας, η δε απόφαση του Μητροπολίτη με την οποία απολύεται από την θέση του ο εφεσίβλητος ιεροψάλτης μετά την πάροδο χρονικού διαστήματος επτά μηνών από της υποβολής της παραιτήσεως του, εντός του οποίου ο τελευταίος παρείχε ανελλιπώς τις υπηρεσίες του, τις οποίες ο Ιερός Ναός, όπου είχε διορισθεί, εδέχετο, είναι εκτελεστή διοικητική πράξη παραδεκτώς προσβαλλόμενη με αίτηση ακυρώσεως.

6. Επειδή, τέλος αλυσιτελώς προβάλλεται ότι εσφαλμένως η εκκαλουμένη δέχεται ότι ο εφεσίβλητος χειροθετήθηκε ως ιεροψάλτης, ενώ αυτός χειροθετήθηκε ως αναγνώστης και ότι τα μέλη του εκκλησιαστικού συμβουλίου έπεισαν τον εφεσίβλητο να παραμείνει στη θέση του καθώς και ότι αυτός έλαβε το θέρος του 1988 την προβλεπόμενη άδεια, και τούτο διότι, κατά τα προεκτεθέντα, για να συναχθεί εν προκειμένω, ανάκληση της παραιτήσεως, αρκεί το πραγματικό γεγονός της παροχής των υπηρεσιών, εκ μέρους του εφεσιβλήτου για διάστημα επτά μηνών, τις οποίες εδέχθη η διοίκηση του Ι. Ναού, τα περιστατικά δε αυτά προκύπτουν από τα στοιχεία του φακέλλου της υποθέσεως και δεν αμφισβητούνται από τους εκκαλούντες.

7. Επειδή, τέλος, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.

Δ ι α  τ α ύ τ α

Απορρίπτει την υπό κρίση έφεση. Διατάζει την κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου και Επιβάλλει στους εκκαλούντες τη δικαστική δαπάνη του εφεσιβλήτου που ανέρχεται σε δέκα τέσσερις χιλιάδες δραχμές (14.000). Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 8 Ιανουαρίου 1996 και στις 10 Ιουνίου 1996

Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Γ. Γραίγος

Η Γραμματέας Σ. Χάρου

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 25ης Ιουλίου 1996.

Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Αδ. Φαρμάκης Ο Γραμματέας του Γ' Τμήματος Αντ. Γαϊτάνης

για τον "ΒΑΛΣΑΜΩΝ" συνδέσεις επικοινωνία συχνές ερωτήσεις όροι χρήσης Copyright © - Web Site by WeC.O.M.